Τρίτη 23 Αυγούστου 2016

Η κατά Γκόνη «Σεφεριάδα» στο απόγειό της





Το αποκορύφωμα και η πεμπτουσία του φετινού αφιερώματος του Φεστιβάλ Φιλίππων στον Γιώργο Σεφέρη αποτέλεσε χωρίς αμφιβολία η παράσταση που ετοίμασε και παρουσίασε ο Θοδωρής Γκόνης μαζί με τους εκλεκτούς συνεργάτες του στο οικόπεδο Κρέη, τη Δευτέρα και την Τρίτη το βράδυ, μπροστά σε ένα πολυπληθές κοινό που χειροκρότησε θερμά το τελικό αποτέλεσμα και με τα θετικά του σχόλια στο τέλος, επιβράβευσε όλους τους συντελεστές και τον καλλιτεχνικό διευθυντή του ΔΗΠΕΘΕ ιδιαίτερα, όχι μόνον για την συγκεκριμένη παραγωγή αλλά γενικότερα για την προσφορά αυτού του ακούραστου και ανεξάντλητου δημιουργού, πρώτα απ’ όλα στην Καβάλα αλλά και στον πολιτισμό και την τέχνη γενικότερα.
Η παράσταση ετοιμάστηκε σε χρόνο ρεκόρ, με πρόβες μόλις 25 ημερών και βασίστηκε πάνω σε κείμενα του Γιώργου Σεφέρη από τα ημερολόγιά του. Τα κείμενα αυτά επέλεξαν και επιμελήθηκαν με πολύ κόπο και φροντίδα ο Θοδωρής Γκόνης και η μόνιμη συνεργάτις του Ελένη Στρούλια (που έφτιαξε και τα σκηνικά) και ερμήνευσαν εξαιρετικά οι Καβαλιώτες ηθοποιοί Παύλος Σταυρόπουλος, Ναταλία Βασιλέκα, Εύα Οικονόμου – Βαμβακά, Δημήτρης Σωτηρίου και Δημήτρης Κοντός.
Η παράσταση ξεκινούσε με δύο επιστολές. Αυτή που το πανεπιστήμιο του Πρίνστον προτείνει στον Σεφέρη να αναλάβει την έδρα της ποίησης για ένα χρόνο με αμοιβή 28.000 δολάρια και η αρνητική απάντηση του Έλληνα ποιητή στην οποία εξηγεί και τους λόγους που αρνείται την τιμητική αυτή θέση.
Στη συνέχεια μέσα από τα ημερολόγια του Σεφέρη διαπερνά όλη η σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας και αναδεικνύεται όχι μόνον η χαρισματική προσωπικότητα αυτού του μεγάλου Έλληνα διανοητή αλλά και ο προφητικός του λόγος στα τραγικά γεγονότα και τις δυσάρεστες εξελίξεις που σημάδεψαν τον Ελληνισμό και άνοιξαν πληγές οι οποίες δεν έχουν ακόμη κλείσει.
Ο Γκόνης πήρε ένα ημερολόγιο και το έκανε θέατρο. Ξεζούμισε το κείμενο και με την ευρηματική του σκηνοθεσία κατάφερε να το περάσει στο κοινό σαν ένα κανονικό θεατρικό κείμενο, με δράση, συγκίνηση, πικρό χιούμορ, απρόοπτη –καμιά φορά- εξέλιξη και βαθειά συναισθήματα.
Και οι ηθοποιοί ανταποκρινόμενοι στις απαιτήσεις της αγχωτικής προετοιμασίας λόγω της στενότητας του χρόνου, κατάφεραν όχι απλώς να διεκπεραιώσουν τους ρόλους τους αλλά με το αδιαμφισβήτητο ταλέντο τους να δώσουν ενδιαφέρον, πνοή και ζωντάνια σε ένα κείμενο που απέχει παρασάγγας από το να είναι θεατρικό.
Απόλυτα πειθαρχημένοι, άψογοι στην εκφορά του λόγου, με συναίσθημα και με βουνό την εσωτερική ενέργεια, ερμήνευσαν άψογα τους ρόλους τους υποχρεώνοντας στο τέλος το κοινό σε ένα θερμό και παρατεταμένο χειροκρότημα.
Ο Τάσος Παλαιορούτας, έμπιστος –και το αξίζει- συνεργάτης του Γκόνη, έστησε με αριστουργηματικό τρόπο τους φωτισμούς, οι οποίοι αποτέλεσαν καταλυτικό στοιχείο στην επιτυχία της παράστασης.
Στη συγκεκριμένη παράσταση μάλιστα και με τον τρόπο που στήθηκε στο νέο χώρο, καθοριστικό ρόλο έπαιξαν και οι τεχνικοί του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας που δούλεψαν με αυταπάρνηση για να παραχθεί το τελικό –άριστο- αποτέλεσμα.
Είναι καλά πράγματα αυτά που συμβαίνουν και τα εύσημα μπορούν να αποδοθούν όχι μόνο στον Γκόνη και τους συνεργάτες του αλλά και στον Δήμο Καβάλας και τις διοικήσεις του (προηγούμενη και παρούσα), η μία γιατί τον επέλεξε για τη θέση αυτή και η δεύτερη γιατί ανανέωσε –κι αυτό απαιτεί πολιτική γενναιότητα- την σύμβασή του. Μακάρι να μας χαρίζει και στο μέλλον πολλές τέτοιες, πλούσιες συναισθηματικά, στιγμές.
Η παραγωγή αυτή του Φεστιβάλ Φιλίππων δεν πρέπει να εξαντλήσει την παρουσία της με τις δύο προγραμματισμένες παραστάσεις στην Καβάλα. Το θέμα της, ο Γιώργος Σεφέρης, αλλά και η ποιότητά της θα πρέπει να αναδειχθούν και πέρα από τα σύνορα της μικρής μας πόλης. Πρέπει να ταξιδέψει και αλλού και κυρίως να γίνει η προσπάθεια να παρουσιαστεί στην Αθήνα για να δουν οι …«επαΐοντες» των γραμμάτων και των τεχνών της πρωτευούσης ότι η επαρχία μπορεί και δημιουργεί πράγματα όχι απλώς ισάξια με όσα παρουσιάζονται εκεί αλλά πολλές φορές τους ξεπερνάει και σε ιδέες αλλά και στην υλοποίησή τους.
Και ένα τελευταίο. Με τις δύο αυτές παραστάσεις ο Θοδωρής Γκόνης δεν μας γνώρισε μόνον τον Γιώργο Σεφέρη. Μας σύστησε και έναν καινούριο πανέμορφο χώρο μέσα στην Καβάλα που και η ίδια η δήμαρχος παραδέχτηκε ότι αν και καβαλιώτισσα δεν τον γνώριζε. Ένα χώρο ιδανικό για τέτοιου είδους εκδηλώσεις κυριολεκτικά στο κέντρο της πόλης. Μακάρι να τον αξιοποιήσουμε όπως πρέπει και όπως του αξίζει και να μην έχει κι αυτός την τύχη του Απεντομωτηρίου…

Κυριακή 21 Αυγούστου 2016

Μια καινούρια οπτική στον Αριστοφάνη, αλλά…




Πενήντα και πλέον χρόνια παρακολουθούμε θέατρο στους Φιλίππους. Να μην έχουμε δει καμιά δεκαπενταριά «Λυσιστράτες»; Σίγουρα. Ε λοιπόν αυτή που παρακολουθήσαμε το Σάββατο από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Μιχαήλ Μαρμαρινού δεν έμοιαζε με καμιά άλλη. Κι όχι απλώς δεν έμοιαζε αλλά μπορούμε άφοβα και χωρίς δισταγμό να πούμε ότι από τη μια μεριά είναι όλες οι προηγούμενες –με τις όποιες διαφορές τους και προσεγγίσεις τους η κάθε  μία- κι από την άλλη μόνη και μοναδική η προχθεσινή «Λυσιστράτη».
Αυτή η …«διαφορετικότητά» της βέβαια από μόνη της δεν συνιστά λόγο και αιτία υπεροχής ή ποιότητας. Γι’ αυτά θα αναφερθούμε παρακάτω. Απλώς το πρώτο πράγμα που μπορεί να αντιληφθεί ένας μέσος θεατής είναι αυτό. Ότι η «Λυσιστράτη» του Μαρμαρινού είναι μια άλλη, μια νέα, μια διαφορετική πρόταση από όσες έχουμε παρακολουθήσει μέχρι τώρα.
Φοβάμαι όμως ότι τα θετικά της συγκεκριμένης παράστασης αρχίζουν και τελειώνουν με αυτό και μόνο το στοιχείο. Ή τέλος πάντων για να μην είμαστε υπερβολικοί και αυστηροί να πούμε ότι αυτό το στοιχείο και μερικά –ελάχιστα- ακόμη μπορούν να μπουν στη λίστα με τα θετικά σημεία της κατά Μαρμαρινόν αναγνώσεως του Αριστοφανικού έργου.
Η εξ αρχής …παλλόμενη είσοδος των -ουσιαστικά γυμνών- γυναικών στην ορχήστρα, δεν άφησε καμιά αμφιβολία σε κανέναν από τους θεατές για το ποιες θα ήταν οι προθέσεις του σκηνοθέτη. Να αναδείξει, να προβάλλει και να εξυψώσει την γυναίκα ως ανθρώπινη ύπαρξη αλλά κυρίως ως αντικείμενο του πόθου, του έρωτα και της λαγνείας. Η αλήθεια είναι ότι χορτάσαμε, μέχρι σκασμού μάλιστα, από στήθη, οπίσθια και αιδοία. Τόσο που στο τέλος δεν προκαλούσαν καμία απολύτως αίσθηση ή ερεθισμό ακόμη και τα πολλά καλλίγραμμα ολόγυμνα γυναικεία κορμιά που πήγαιναν πέρα δώθε στην ορχήστρα. Σκεφτόμασταν μάλιστα στο τέλος μήπως αυτή ήταν και η επιδίωξη του σκηνοθέτη. Ποιος ξέρει;
Ο Μαρμαρινός επιχείρησε νομίζουμε να αναδείξει όχι μόνον την αγριότητα του πολέμου (του Πελοποννησιακού εν προκειμένω) αλλά κυρίως την ματαιότητά του μπροστά στις μακρές περιόδους ειρήνης κατά την διάρκεια των οποίων μάλιστα μπορείς να απολαμβάνεις τον έρωτα και το σεξ χωρίς άγχη. Στην ουσία δηλαδή ο Μαρμαρινός επαναφέρει μέσω της «Λυσιστράτης» του το παλιό αλλά πάντα επίκαιρο «Γκουσγκουνικό» σύνθημα «αφήστε τα μίση και πιάστε το γαμήσι».
Το αν τα κατάφερε βέβαια να περάσει στο κοινό αυτήν την Αριστοφανική εκδοχή για τον πόλεμο και την ειρήνη, αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Εμείς νομίζουμε όχι.
Κι αυτό γιατί η σκηνοθεσία του και η γενικότερη αντίληψή του για το συγκεκριμένο ανέβασμα δεν βρήκε την ανάλογη ερμηνευτική υποστήριξη.
Στο επίπεδο των ερμηνειών λοιπόν είχαμε λίγα και φτωχά αποτελέσματα. Η Λένα Κιτσοπούλου προσωπικά μας απογοήτευσε. Τσίριζε, μερικές φορές βιαζόταν, επαναλάμβανε πολλές φορές την ίδια φράση ή την ίδια λέξη, υποθέτουμε βάσει σκηνοθετικής εντολής, αλλά αυτό καθιστούσε γελοίο το κείμενο θυμίζοντας κακόγουστη επιθεώρηση και κούραζε τους θεατές και γενικά η παρουσία της ήταν πολύ χαμηλότερη των προσδοκιών μας αλλά και του αναμφισβήτητου ταλέντου της.
Οι υπόλοιπες γυναικείες παρουσίες «άγγιξαν» τους θεατές μόνον λόγω των καλλίγραμμων ή λιγότερο καλλίγραμμων γυμνών σωμάτων τους.
Στους ανδρικούς ρόλους ξεχωρίσαμε μόνον εκείνον του Θέμη Πάνου. Μεστός, καθαρός λόγος όπως πάντα, άρτια κίνηση. Για τον Γιάννη Βογιατζή τι να πούμε; Στα ενενήντα του προσπαθεί να γκρεμίσει ό,τι τέλος πάντων είχε κτίσει τις προηγούμενες έξι – επτά δεκαετίες. Κρίμα.
Για τον Αιμίλιο Χειλάκη πιστεύουμε ότι η παρουσία του σ’ αυτήν την παράσταση ήταν μια άσχημη παρένθεση που οφείλει να την κλείσει και να την ξεχάσει γρήγορα γιατί είναι ένας πολύ καλός ηθοποιός.
Η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού μας άρεσε και ήταν πολύ καλή ιδέα να παιχθεί ζωντανά με πιάνο μέσα στην ορχήστρα.
Στα θετικά της παράστασης και η αναφορά – μνημόσυνο στον Μηνά Χατζησάββα αλλά φοβόμαστε ότι λίγοι θα την κατάλαβαν.
Το κοινό αυτή τη φορά ήταν ανάμεικτο. Υπό την έννοια ότι είδαμε και –ας πούμε- υποψιασμένους, είδαμε όμως και αρκετούς από το λεγόμενο τηλεοπτικό κοινό. Ωστόσο γενικά δεν είχαμε «παρατράγουδα» εκτός από τις αρκετές αποχωρήσεις πριν το τέλος της παράστασης είτε γιατί η διάρκειά της ήταν σχετικά μεγάλη (δύο ώρες και δεκαπέντε λεπτά), είτε γιατί ενοχλήθηκαν (;) από την πλούσια αναφορά σε γεννητικά όργανα και σεξουαλικές πράξεις.

Τετάρτη 3 Αυγούστου 2016

Μεγάλος ποιητής αλλά και εξαιρετικός φωτογράφος




Πέραν της αναμφισβήτητης μεγάλης του αξίας -αναγνωρισμένης μάλιστα και με ένα βραβείο Νόμπελ- ως ποιητής, ο Γιώργος Σεφέρης αποδεικνύει σήμερα στους Καβαλιώτες ότι υπήρξε και ένας εξαιρετικός φωτογράφος με εκατοντάδες φωτογραφίες που τράβηξε σε ένα διάστημα 50 περίπου χρόνων και οι οποίες γίνεται φανερό ότι έχουν όχι μόνον ιστορική αλλά και πολύ μεγάλη καλλιτεχνική αξία. Τόσο μεγάλη που αν δεν ήταν ποιητής θα μπορούσε να είναι ένας πολύ σημαντικός φωτογράφος.
Μια έκθεση με ένα μεγάλο δείγμα των φωτογραφιών αυτών άρχισε να λειτουργεί από το βράδυ της Τρίτης στο ισόγειο της Δημοτικής Καπναποθήκης, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Φιλίππων και του αφιερώματος στο Γιώργο Σεφέρη.
Πρόκειται για την μεγάλη συλλογή που η Μαρώ Σεφέρη δώρισε το 1984 στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης και το οποίο κατέχει το σύνολο πλέον της φωτογραφικής δουλειάς του μεγάλου Έλληνα ποιητή.
Το Μ.Ι.Ε.Τ. μάλιστα τύπωσε και πρόσφερε δωρεάν στο Δήμο Καβάλας και στο ΔΗΠΕΘΕ τον κατάλογο των φωτογραφιών που εκτίθενται στη Δημοτική Καπναποθήκη ώστε να διανέμεται στους επισκέπτες της έκθεσης προς ενημέρωση και κατατοπισμό.
Συγχρόνως, στον ίδιο χώρο λειτουργεί και δεύτερη πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση με έργα σύγχρονων Ελλήνων ζωγράφων, τα οποία έργα εμπνεύσθηκαν οι δημιουργοί τους από την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Στο χώρο της έκθεσης αυτής υπάρχουν και τέσσερις εμβληματικοί πίνακες του Γιάννη Μόραλη που αποτελούν «τα Ζωγραφικά Σχόλια του Γιάννη Μόραλη» για την εικονογράφηση της έκδοσης Ποιήματα του Γιώργου Σεφέρη από τις εκδόσεις «Ίκαρος» του 1965.
Ο ίδιος ο Σεφέρης είχε πει για τα συγκεκριμένα έργα: «Σπάνια μου πέτυχαν τα ζευγαρώματα των τεχνών. Ήταν πάντα για μένα κάτι σαν δυο άλογα ζεμένα στο ίδιο αμάξι που ξαφνικά τραβούν προς αντίθετες κατευθύνσεις. Έτσι άκουσα με πολύ δισταγμό την ιδέα του Ίκαρου να ζητήσει από το Γιάννη Μόραλη να εικονογραφήσει τα ποιήματά μου.
Ωστόσο όταν, ύστερα από αρκετούς μήνες, ο Μόραλης μου έδειξε τις ζωγραφιές του, κατάλαβα πως μπορεί κάποτε να μην υπάρχει διόλου αμάξι, παρά μόνο δυο ελεύθερα άλογα καλπάζοντας ανεξάρτητα σ' ένα πράσινο λιβάδι.(…) Έτυχε να με ρωτήσουν αν αυτές οι εικόνες είναι η σωστή ζωγραφική ερμηνεία των ποιημάτων μου. Ο επαρκής παρατηρητής εύκολα βλέπει πως δεν υπάρχει περιεχόμενο σ' ένα τέτοιο ερώτημα. Η ερμηνεία κάθε έργου είναι ερμηνεία του εαυτού μας, όχι εκείνου που το δημιούργησε, αλλά εκείνου που το διαβάζει, το βλέπει ή το ακούει…»
Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή έως και την Κυριακή 28 Αυγούστου 2016 και θα λειτουργεί καθημερινά (Δευτέρα έως Παρασκευή) από τις 10:00 το πρωί μέχρι τις 14:00 και για τις ημέρες Τετάρτη έως και Παρασκευή η έκθεση θα λειτουργεί επιπλέον για τις απογευματινές ώρες από τις 19.00 έως τις 21.30.
Η είσοδος είναι ελεύθερη.

Και με την πολύ σημαντική αυτή έκθεση αλλά και γενικότερα με το πλήθος, την ποιότητα και το περιεχόμενο των εκδηλώσεων που έχουν προγραμματιστεί για το αφιέρωμα στον Γιώργο Σεφέρη, αποδεικνύεται πανηγυρικά ότι το Φεστιβάλ Φιλίππων πρωτοπορεί και ανοίγει δρόμους που δεν έχουν φανταστεί και υλοποιήσει ούτε καν στην Αθήνα.
Ήδη μεγάλα και πανελλήνιας εμβέλειας ΜΜΕ αναφέρονται με κολακευτικά σχόλια για το τεκταινόμενα στην Καβάλα ενώ μια σειρά από πολύ γνωστούς και καταξιωμένους στο χώρο τους καλλιτέχνες (σκηνοθέτες, ηθοποιοί, συγγραφείς, μουσικοί δημιουργοί, μουσικοί παραγωγοί και ερευνητές) πρόκειται το προσεχές διάστημα να παρουσιάσουν δουλειά τους στην Καβάλα που έγινε με βάση και πάνω  στο έργο του Γιώργου Σεφέρη στο πλαίσιο του αφιερώματος του Φεστιβάλ Φιλίππων.
Η Καβάλα λοιπόν για άλλη μια φορά πρωτοπορεί με αφετηρία το Φεστιβάλ και εμπνευστή φυσικά τον καλλιτεχνικό του διευθυντή Θοδωρή Γκόνη.