Τρίτη 22 Μαΐου 2018

Η κατά περίπτωση καταδίκη της βίας από το ΚΚΕ


Το ΚΚΕ στην εκατοντάχρονη ιστορία του έχει καταχωρηθεί στην συνείδηση της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού ως το κόμμα μιας ατέρμονης διαδρομής εργατικών, κοινωνικών αλλά και εθνικών (βλέπε ΕΑΜ) αγώνων. Φυσικά υπάρχουν και οι φανατικοί του αντίπαλοι, προερχόμενοι κυρίως από το συντηρητικό χώρο και την άκρα δεξιά, που το θεωρούν εγκληματικό και προδοτικό κόμμα, υπεύθυνο για τον εμφύλιο σπαραγμό. Για τον λόγο αυτό άλλωστε τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, τα στελέχη του, τα μέλη του, οι φίλοι του, οι οπαδοί του αλλά και οι –απλώς- συμπαθούντες του ιστορικού αυτού κόμματος, υπέστησαν απηνείς διώξεις που συμπεριελάμβαναν από εκτελεστικά αποσπάσματα μέχρι φυλακίσεις, εκτοπίσεις, εξορίες, βασανισμούς και τρομοκρατία.
Η απάνθρωπη αυτή συμπεριφορά των νικητών του εμφυλίου πάνω στα σώματα και τις ψυχές των ηττημένων, συντήρησε την διχαστική ατμόσφαιρα στην ελληνική κοινωνία για πολλά χρόνια αλλά είχε συγχρόνως ως αποτέλεσμα να αναπτυχθεί σε πλατιά λαϊκά στρώματα μια συμπάθεια για το ΚΚΕ και μια τάση συγχρόνως να δίδεται ασυλία και απαλλαγή στα όποια λάθη έκανε διαχρονικά αυτό το κόμμα, ιδιαίτερα όταν πλέον νομιμοποιήθηκε η λειτουργία και η δράση του μετά την πτώση της χούντας, το 1974.
Η κατάρρευση των καθεστώτων στην Σοβιετική Ένωση και στα κράτη της ανατολικής Ευρώπης είχε σαν αποτέλεσμα αφενός να φέρει σε αμηχανία το ίδιο το ΚΚΕ αλλά να ενσπείρει και τον ιό της αμφιβολίας και της αμφισβήτησης στους οπαδούς, στους φίλους αλλά και σε ευρύτερα στρώματα απλών ανθρώπων που πίστευαν ή συμπαθούσαν το κόμμα,
Ωστόσο το ΚΚΕ εξακολούθησε να κρατά γερά την πρωτοπορία στους συνδικαλιστικούς χώρους και γενικότερα στους αγώνες για βελτίωση της ζωής των εργαζομένων και του λαού. Και μπορεί η επιρροή του αυτή να μην εκφραζόταν με υψηλά ποσοστά στις εθνικές εκλογές, δεν έπαυε όμως να είναι αποδέκτης μιας ευρύτερης συμπάθειας εκ μέρους του κόσμου και καλοπροαίρετης απαλλαγής των όποιων ευθυνών του για κάποια θέματα που πιθανόν να δημιουργούσε η καθημερινή του έντονη πολιτική παρουσία και δράση.
Το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ με την εντελώς αντιφατική προεκλογική και μετεκλογική του παρουσία και δράση, πέραν όλων των άλλων, ήρθε να επιδράσει καταλυτικά και ισοπεδωτικά πάνω στην έννοια «Αριστερά» μέρος της οποίας –θέλει δεν θέλει- είναι και το ΚΚΕ.
Η Αριστερά, δέχθηκε ένα ισχυρό πλήγμα, απομυθοποιήθηκε στα μάτια και στη συνείδηση του κόσμου, έχασε το ισχυρό πλεονέκτημα της συμπάθειας που απολάμβανε ακόμη και από ανθρώπους που ανήκουν σε άλλα ιδεολογικοπολιτικά στρατόπεδα και φαίνεται πως θα κάνει πολλά χρόνια για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη και πολύ περισσότερο την συμπάθεια όλων αυτών που μέχρι τώρα είχε «εξασφαλισμένους».
Το ΚΚΕ από την πρώτη στιγμή όχι απλώς κράτησε αποστάσεις αλλά κατήγγειλε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ότι υπηρετεί τα συμφέροντα των δανειστών δηλαδή στην ουσία του κεφαλαίου και ότι δεν διαφέρει σε τίποτα από τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Ωστόσο με την μνημονιακή διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ η μπάλα πήρε όλη την Αριστερά άρα και το ΚΚΕ όσο κι αν αυτό με κάθε ευκαιρία και με κάθε τρόπο διακήρυττε το ιδεολογικοπολιτικό χάος που το χωρίζει από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Οι μισαλλόδοξες φωνές βρήκαν έδαφος όχι απλά να ακουστούν αλλά και να επικρατήσουν. Ο φανατισμός περίσσεψε. Όλο και περισσότεροι εκπρόσωποι και εκφραστές του αντικομμουνισμού από τον συντηρητικό και τον ακροδεξιό χώρο έβρισκαν φιλόξενο βήμα στις εφημερίδες, στα ραδιόφωνα και στα κανάλια. Οι εκδόσεις για τα «εγκλήματα του ΚΚΕ» πλήθηναν. Η δράση ακροδεξιών και φασιστικών οργανώσεων και κομμάτων δημιούργησε ένα κλίμα διχασμού που είχε δυστυχώς και θύματα.
Σ’ αυτό το ζοφερό κλίμα του φανατισμού του αίματος και του θανάτου, το σημερινό ΚΚΕ δυστυχώς δεν διαβάζει σωστά τα σημεία των καιρών. Δεν αφουγκράζεται την βαθιά ανάγκη συσπείρωσης των αριστερών και των ευρύτερα δημοκρατικών δυνάμεων, ώστε να επανακτήσουν το χαμένο έδαφος. Δεν αίρεται στο ύψος των περιστάσεων όπως το έκανε σε άλλες περιπτώσεις στη μακρά αγωνιστική διαδρομή του με ιστορικές, εθνικού χαρακτήρα, πρωτοβουλίες.
Έχει περιχαρακωθεί στις ιδεοληψίες του και στο "αλάθητο" του κόμματος και αρνείται πεισματικά κάθε συνεργασία και κοινή δράση και φυσικά εκτίθεται πλέον πολύ συχνά στα μάτια της κοινής γνώμης. Διότι όλοι τώρα βρίσκονται με το μάτι στο μικροσκόπιο και το χέρι στη σκανδάλη να καταγγείλουν και να πυροβολήσουν κάθε στραβοτιμονιά του ΚΚΕ και της Αριστεράς γενικότερα. Οι εποχές της ανοχής έχουν περάσει ανεπιστρεπτί.
Με αφορμή την επίθεση σε βάρος του Γιάννη Μπουτάρη, συντάχθηκε στο δημοτικό συμβούλιο Καβάλας και ήρθε για ψηφοφορία ένα λιτό ψήφισμα καταδίκης των εκδηλώσεων βίας σε βάρος του δημάρχου Θεσσαλονίκης. Στο ψήφισμα αναφερόταν μεταξύ των άλλων ότι «…το δημοτικό συμβούλιο Καβάλας καταδικάζει κάθε μορφή βίας…».
Ο δημοτικός σύμβουλος της Λαϊκής Συσπείρωσης, παράταξη που στηρίζει το ΚΚΕ, Χρήστος Ποτόλιας αρνήθηκε να συνυπογράψει το ψήφισμα διαφωνώντας με το «κάθε μορφή βίας». Ήθελε να γράφει το ψήφισμα ότι το δημοτικό συμβούλιο Καβάλας καταδικάζει τη συγκεκριμένη στην προκειμένη περίπτωση μορφή βίας. Διότι, ισχυρίστηκε, ότι δεν μπορεί να καταδικάσει τη βία που πιθανόν να ασκούσαν οι απεργοί στη ΒΦΛ κατά τη διάρκεια των απεργιακών τους κινητοποιήσεων, κατά των απεργοσπαστών που θα επιχειρούσαν να εισέλθουν στο εργοστάσιο για να εργαστούν.
Κάνουμε την στοιχειωδώς λογική ερώτηση: Σε τί διαφέρει η σπρωξιά που έριξε κάτω τον Γιάννη Μπουτάρη από μια σπρωξιά που θα έριχνε κάτω ένα απεργοσπάστη;
Σε τίποτα απολύτως. Η βία που ασκείται σε έναν άνθρωπο από έναν άλλο άνθρωπο είναι το ίδιο αποτρόπαια και καταδικαστέα σε κάθε περίπτωση. Διότι σημασία έχει η ενέργεια και το αποτέλεσμα και όχι οι λόγοι που οδήγησαν στην ενέργεια.
Εκτός κι αν θέλει να μας πει το ΚΚΕ ότι θα λειτουργεί και θα δρα σε ένα καθεστώς τήρησης των νόμων και της ηθικής κατά περίπτωση και αλά καρτ και παραβίασης της νομιμότητας όποτε αυτό το κρίνει απαραίτητο.

Όμως υποτίθεται ότι το συγκεκριμένο κόμμα λειτουργεί και δρα στο πλαίσιο και με βάση το σύνταγμα και τους νόμους που ισχύουν σ’ αυτήν την δυτική, αστική δημοκρατία που λέγεται Ελλάδα και άρα τα αποδέχεται. Αν δεν του αρέσει και δεν συμφωνεί θα πρέπει να περάσει στην παρανομία. Άλλωστε ο ιστορικός και αμφιλεγόμενος γραμματέας του ΚΚΕ Νίκος Ζαχαριάδης το είχε πει καθαρά: «Η νομιμότητα φθείρει το κόμμα».

Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Αν ο νόμος Σκουρλέτη είναι για πέταμα, οι αυτοδιοικητικοί είναι για σκότωμα





Στη ζούγκλα και στα δάση ζουν όλα τα είδη των ζώων. Μικρά και μεγάλα, σαρκοφάγα και φυτοφάγα, άγρια και ήμερα, νυκτόβια, υδρόβια, πτηνά, ερπετά, όλα όσα κατάφερε να συγκεντρώσει ο Νώε στην Κιβωτό του και να τα διασώσει από τον μεγάλο κατακλυσμό.
Στο βασίλειο των ζώων ισχύει ο νόμος του ισχυρού. Δεν υπάρχει δημοκρατία. Οι αντιλόπες και οι λαγοί δεν έχουν λόγο, δεν έχουν δύναμη. Αν δεν προφυλαχτούν, δεν κρυφτούν, δε υποχωρήσουν τότε το λιοντάρι και ο λύκος θα τα κάνουν μια χαψιά. Είναι ο νόμος της ζούγκλας. Αυτός ισχύει στο βασίλειο των ζώων.
Στις κοινωνίες των ανθρώπων ισχύει ακριβώς το ίδιο απλώς το λέμε δημοκρατία. Φυσικά πρόκειται για μια επίφαση δημοκρατίας. Κι εδώ κυριαρχεί ο ισχυρός και μάλιστα με τρόπους και διαδικασίες αγριότερες απ’ αυτές της ζούγκλας και του βασιλείου των ζώων.
Στις σύγχρονες δυτικές δημοκρατίες, στις οποίες υποτίθεται ότι ανήκει και η Ελλάς, οι χώρες κυβερνώνται από κυβερνήσεις που εκλέγονται με κάποια εκλογικά συστήματα λιγότερο ή περισσότερο πλειοψηφικά.
Σε πολλές από αυτές τις χώρες ωστόσο, οι αυτοδιοικητικές εκλογές γίνονται με εκλογικά συστήματα απλής ή ενισχυμένης αναλογικής. Και οι δήμοι λειτουργούν άψογα, οι πόλεις είναι όμορφες, λειτουργικές χωρίς πολλά και οξυμένα προβλήματα, πόλεις όπου είσαι ευτυχισμένος να ζεις.
Ακόμη και στην Κύπρο και συγκεκριμένα στη Λεμεσό, ο δήμαρχος προέρχεται από το ΑΚΕΛ ενώ η πλειοψηφία στο δημοτικό συμβούλιο από την παράταξη του προέδρου Αναστασιάδη. Εντούτοις η πόλη της Λεμεσού θυμίζει έντονα μια δυτικοευρωπαϊκή πόλη, όμορφη, λειτουργική, με κατοίκους που σέβονται τους νόμους και το περιβάλλον και γενικά σου δίνει την εντύπωση και την αίσθηση ενός δήμου που λειτουργεί άψογα και χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Στο διάβα του χρόνου οι άνθρωποι αυτοί έχουν αποκτήσει μια κουλτούρα πολιτικής ωριμότητας, συνύπαρξης διαφορετικών απόψεων και συγκερασμού ιδεών που αποκλίνουν ιδεολογικοπολιτικά. Βρήκαν τη χρυσή τομή γιατί κάποτε αποφάσισαν ότι έπρεπε να παραμερίσουν τους πολιτικούς και προσωπικούς τους εγωισμούς και να εργαστούν από κοινού για το καλό και την πρόοδο της κοινότητας μέσα στην οποία ζουν και δραστηριοποιούνται είτε αυτή λέγεται χώρα είτε περιφέρεια είτε πόλη είτε χωριό.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά τις τελευταίες εθνικές εκλογές στο Βέλγιο, η δυτικοευρωπαϊκή αυτή χώρα έμεινε επί δεκατέσσερις μήνες (!!!) χωρίς κυβέρνηση μέχρι «να τα βρουν» τα κόμματα και να σχηματίσουν ένα κυβερνητικό σχήμα. Κι όμως κανείς δεν κατάλαβε τίποτα, το κράτος λειτουργούσε κανονικά και σήμερα η χώρα κυβερνάται από μια κυβέρνηση συνεργασίας.
Ακόμη και στην Ελλάδα, όπου ο διχασμός και το πολιτικό μίσος εξακολουθούν να κυριαρχούν, έγιναν τα τελευταία χρόνια συνεργασίες που κανείς δεν θα μπορούσε να διανοηθεί μέχρι πρόσφατα. Τα παραδείγματα (με τα όποια ιδιαίτερα προβλήματά τους), είναι τόσο η κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου όσο και σήμερα η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Ενώ λοιπόν θα έπρεπε να είναι ένας στόχος ζωής, ένα όραμα, μια διαρκής επιδίωξη των σύγχρονων πολιτικών η επίτευξη μια ευρύτερης συναίνεσης μέσα από ένα σύγχρονο εκλογικό σύστημα απλής αναλογικής, οι περισσότεροι απ’ αυτούς και πρώτη απ’ όλους η ΚΕΔΕ, προφασιζόμενοι τάχα λόγους ακυβερνησίας, απορρίπτουν το νομοσχέδιο που έφερε προς διαβούλευση η κυβέρνηση για την αυτοδιοίκηση πρώτου και δευτέρου βαθμού και το οποίο μεταξύ των άλλων προβλέπει και την απλή αναλογική για την εκλογή των νέων αυτοδιοικητικών οργάνων.
Στη έκτακτη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Καβάλας που έγινε την Παρασκευή το μεσημέρι για να ενισχυθεί και με την «καβαλιώτικη» ψήφο ένα σχετικό ψήφισμα της ΚΕΔΕ που προηγήθηκε, οι κραυγές κατά του νομοσχεδίου και ιδιαίτερα κατά της απλής αναλογικής κυριάρχησαν.
Και καλά, το ψήφισμα της ΚΕΔΕ απορρίπτει ένα νομοσχέδιο το οποίο υποτίθεται ότι για να το απορρίπτει το έχει μελετήσει. Η πλειοψηφία όμως του Δημοτικού Συμβουλίου Καβάλας υιοθέτησε, υπερψήφισε και συντάχθηκε τελικά με το ψήφισμα της ΚΕΔΕ (έστω και κατά πλειοψηφία) χωρίς κανένας εκ των δημοτικών συμβούλων που το υπερψήφισε (εκτός Σιμιτσή και Φιλόσογλου), να το έχει διαβάσει.

Η νοοτροπία που υπάρχει στην πλειοψηφία των ανθρώπων της αυτοδιοίκησης περιγράφεται γλαφυρά με τα όσα είπε σε μια αποστροφή της εισήγησής του ο αντιδήμαρχος Γιώργος Φιλόσογλου:
«Θα δημιουργηθούν τραγελαφικές καταστάσεις. Σκεφτείτε ότι και για τις δικές μας τελευταίες δημοτικές εκλογές του 2014 και με τα ποσοστά που πήραν οι παρατάξεις, αν ίσχυε το σύστημα που εισηγείται ο «Κλεισθένης 1», θα έπρεπε να συμπράξουν τρεις δημοτικές παρατάξεις για να υπάρξει η απόλυτη πλειοψηφία των 22 ψήφων».
Μα αν εξ αρχής κ. Φιλόσογλου δεν αγωνιστείς εσύ και οι συνάδελφοί σου στην αυτοδιοίκηση γι’ αυτόν ακριβώς τον στόχο να πετύχεις δηλαδή ευρείες συναινέσεις και να εμπνεύσεις με προσπάθεια και αγώνα αλλά και με την προσωπική σου στάση, σε όλους τους δημότες και τους πολίτες αυτήν ακριβώς τη φιλοσοφία της ευρύτερης δημοκρατίας, μια κουλτούρα συναινέσεων δηλαδή, πως θα πάει μπροστά αυτός ο τόπος. Όταν ένας αιρετός δέχεται το ανέφικτο της αλλαγής μιας διαχρονικά καταστροφικής για την ελληνική κοινωνία νοοτροπίας, πώς θα προχωρήσουμε και σε άλλες αλλαγές που χρειάζεται επειγόντως το πολιτικό σύστημα.
Εσείς οι αυτοδιοικητικοί και γενικότερα οι αιρετοί θα έπρεπε όχι απλώς να υπερψηφίσετε την απλή αναλογική αλλά να γίνετε και οι εγγυητές και οι πρώτοι διδάξαντες της εύρυθμης εφαρμογής της.
Ο Κωστής Σιμιτσής αφού ενέσπειρε και τον τρόμο της εθνικής καταστροφής αποσπώντας τα εύσημα από τον Γιώργο Γραμμένο, το «τερμάτισε» λέγοντας:
«Η άδολη απλή αναλογική που επαγγέλλεται το νοσμοσχέδιο δεν είναι καθόλου άδολη. Είναι δολερή και δόλια (…) Διαλύονται οι δήμοι. Αναπτύσσονται χωριστικά κινήματα. Τρέμω στην ιδέα που μετά το 2019 ο κάθε δήμαρχος θα υπόκειται στους εκβιασμούς του κάθε τοπικού φύλαρχου».
Κρίμα άνθρωποι με το εύρος της καλλιέργειας αλλά και του αισθήματος της δημοκρατίας του Κωστή Σιμιτσή να μιλούν με αυτόν τον απαξιωτικό τρόπο για την απλή αναλογική.
Για κάθε νουνεχή δημοκράτη θα έπρεπε να είναι στόχος και διαρκής αγώνας η δημιουργία κουλτούρας συναινέσεων στην ελληνική κοινωνία.
Θα λέγαμε μάλιστα ότι η κυβέρνηση είναι άτολμη. Όπως το ΠΑΣΟΚ επί Ανδρέα Παπανδρέου δεν καθιέρωσε ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ τον πολιτικό γάμο και πιεζόμενη από την εκκλησία και άλλους συντηρητικούς κύκλους, τον έκανε απλώς ισοδύναμο με τον θρησκευτικό, έτσι και η σημερινή κυβέρνηση έπρεπε να προχωρήσει ακόμη περισσότερο και να καθιερώσει ένα ενιαίο ψηφοδέλτιο για τους υποψηφίους δημάρχους και ένα επίσης ενιαίο για όλους τους υποψηφίους δημοτικούς συμβούλους ανεξαρτήτως ιδεολογικοπολιτικής προέλευσης.
Αυτή θα ήταν η πλέρια, άδολη και απλή αναλογική.
Ο νόμος Σκουρλέτη πιθανόν να έχει ένα σωρό αδυναμίες, αβλεψίες, προχειρότητες. Μπορεί η κυβέρνηση να άργησε να τον φέρει σε διαβούλευση και μπορεί ο χρόνος που προσδιόρισε γι’ αυτό το σκοπό να είναι ελάχιστος. Μπορεί να μην έλαβε καθόλου υπ’ όψιν της τις υποδείξεις και της προτάσεις της ΚΕΔΕ και των δήμων. Μπορεί, μπορεί, μπορεί. Μπορεί, τελικά, να είναι για πέταμα.
Μπορεί να πρέπει να αποσυρθεί και να έρθει ένας καινούριος.
Όμως το θέμα της απλής αναλογικής –και όχι μόνο στην τοπική αυτοδιοίκηση- είναι ένα θέμα κεφαλαιώδες και η αντιμετώπιση που είχε από την συντριπτική πλειοψηφία των αυτοδιοικητικών παραγόντων αποδεικνύει περίτρανα πόσο άτολμη, συντηρητική και υποκριτική εξακολουθεί να είναι η πολιτική εξουσία και η οι φορείς της στη χώρα μας.

Αν ο νόμος πρέπει να αλλάξει μία φορά εκείνοι πρέπει να αλλάξουν χίλιες.