Τρίτη 26 Αυγούστου 2014



Η πιο συγκινητική στιγμή του φετινού Φεστιβάλ

Με καθυστέρηση μιας εβδομάδας θα αναφερθούμε σήμερα σε μια παράσταση που θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει κανείς και θεατρικό αναλόγιο που όμως δεν ήταν ακριβώς έτσι αφού πέρα από τις θεατρικοποιημένες αναγνώσεις υπήρχε και εκτός χειρογράφου αφήγηση.
Αναφερόμαστε στην ενταγμένη στο Φεστιβάλ Φιλίππων εκδήλωση με τίτλο «Ζήσαμε δύσκολα, αλλά …όρθιοι» που έγραψε και επιμελήθηκε σκηνοθετικά με εξαιρετική επιτυχία ο Νίκος Καραγιαννακίδης παρά την σχετική απειρία του περί της σκηνοθετικής τέχνης.
Ο Νίκος έχει στα χέρια του ένα πολύτιμο υλικό που συνέλλεξε (και με τη βοήθεια της Λένας Παπέλη), επεξεργάστηκε και ταξινόμησε ο ίδιος με κοπιώδη προσπάθεια πριν από αρκετά χρόνια, κυρίως για τις ανάγκες μιας ανεκτίμητης για την ιστορία της Καβάλας έκδοσης του Πολιτιστικού Συλλόγου της Παναγίας.
Πρόκειται για μαγνητοφωνημένες μαρτυρίες και αφηγήσεις προσφύγων πρώτης γενιάς, (καταθέσεις ζωής δηλαδή ανθρώπων που έφτασαν στην Καβάλα ξεριζωμένοι από τις πατρίδες τους) από τις οποίες ο Νίκος Καραγιαννακίδης επέλεξε χαρακτηριστικά, συγκινητικά και γλαφυρά αποσπάσματα και τους έδωσε μια θεατρική μορφή επιλέγοντας δύο ερασιτέχνες ηθοποιούς (ο ένας μάλιστα δοκίμαζε τις δυνάμεις του για πρώτη φορά) και δύο αυθεντικούς εκπροσώπους (απογόνους δεύτερης και τρίτης γενιάς) προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην πόλη μας.
Το εγχείρημα όχι απλώς πέτυχε αλλά δημιούργησε ένα πολύ ισχυρό κλίμα συγκίνησης που είχε σαν αποτέλεσμα να καθηλώσει το πολυπληθές κοινό στην αυλή της παλιάς μουσικής παρά την μεγάλη, σχετικά, διάρκειά του.
Ο Κομνηνός Απότας ήταν η έκπληξη της βραδιάς γιατί τα κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο σε ένα γήπεδο όπου αγωνιζόταν για πρώτη φορά.
Η Έφη Πριμυκιρλίδου ήταν συγκινητική τόσο με την εξαιρετική ερμηνεία της όσο και με την γλυκύτατη, γεμάτη ζεστασιά και τρυφερότητα φωνή της στο παραδοσιακό τραγούδι που οι ανάγκες του ρόλου της επέβαλαν να τραγουδήσει.
Με αφοπλιστικό τρόπο, χωρίς τη βοήθεια γραπτού κειμένου, ο Τηλέμαχος Απλάκης αφηγήθηκε με συναρπαστικό τρόπο μια προσωπική του περιπέτεια από τη δεκαετία του ’40 όταν ήταν μικρό παιδί και τέλος η Λένα Παπέλη διάβασε ένα συγκινητικό αυτοβιογραφικό κείμενό της όπου περιέγραφε με τρυφερότητα και ευαισθησία τα παιδικά της χρόνια στη συνοικία της Παναγίας όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Η Λένα Παπέλη μας παραχώρησε ευγενικά το κείμενο αυτό το οποίο και παραθέτουμε για να πάρουν μια μυρωδιά για το τι συνέβη την προηγούμενη Τρίτη στην αυλή της Παλιάς Μουσικής όσοι δεν κατάφεραν να παραβρεθούν εκεί:


Ονομάζομαι Λένα Παπέλη Σκαμνιώτη και οι πιο πολλοί με γνωρίζετε γιατί σ΄ αυτή τη γειτονιά γεννήθηκα, μεγάλωσα κι έστησα τη ζωή μου. Σ΄ αυτή τη γειτονιά έζησαν οι παππούδες μου κι οι γονείς μου.
Ο παππούς μου ήταν Στερεολλαδίτης και η γιαγιά μου μικρασιάτισσα, προσφυγοπούλα του «22. Είχαν το μπακάλικο στην Ιουστινιανού. «Η Δωρίδα» τόλεγαν προς τιμήην της γενέτειρας του παππού. Ακόμα έχω την εικόνα του, καθισμένου στο πλατύσκαλο του μαγαζιού, όμορφος με πλούσια άσπρα μαλλιά και δίπλα του ένας μαύρος μαλλιαρός γάτος, φορτωμένος γρουσουζιά, γιατί όλους μας είχε δαγκάσει, ο Αράπης.
Στο σχολείο φοιτήσαμε όλοι με τη σειρά. Πρώτα ο πατέρας μου κι οι αδελφές του, μετά τ΄ αδέλφια μου κι εγώ και τέλος τα παιδιά μου. Το 1ο δημοτικό σχολείο, ένα από τ΄ αρχαιότερα και ιστορικότερα σχολεία της Καβάλας τώρα είναι κλειστό. Υπήρξε θύμα κι αυτό της λιτότητας αλλά και της γήρανσης του πληθυσμού της συνοικίας.
Τα παιδιά μου χρόνια τα θυμάμαι όμορφα. Από τίποτα δε στερήθηκα. Παιχνίδια, όμορφα ρούχα, οικογενειακά και φιλικά γλέντια και τραπέζια ωραία στρωμένα. Κινηματογράφος κάθε εβδομάδα απαραιτήτως, αλλά και ταβερνάκια κάθε Σάββατο. Θυμάμαι ότι προτιμούσαμε τον «Κυριάκο» στο Καρά Ορμάν.
Ο πατέρας μου ήταν μηχανικός σε μία μεγάλη εταιρία επεξεργασίας και εξαγωγής καπνού, την «Αυστροελληνική» που δεν υπάρχει πια μιας και ακολούθησε την τύχη όλων των άλλων με τον μαρασμό του καπνεμπορίου.
Ακόμα κλείνω τα μάτια και μυρίζω τη γνωστή μυρωδιά του καπνού που είχε ποτίσει τα ρούχα της δουλειάς του πατέρα μου, που κατά έναν περίεργο τρόπο νομίζω ότι προπορευόταν σαν τον άκουγα να έρχεται μετά τη δουλειά.
Το γεγονός ότι μεγάλωνα σ΄ αυτό τον τόπο μού ‘δινε την ευκαιρία να παίζω ελεύθερα στους δρόμους από μικρή.
Έτσι λοιπόν στα μέσα της δεκαετίας του «60, όταν άρχισαν να ξεφυτρώνουν οι πρώτες πολυόροφες οικοδομές που πλήγωναν ανεπανόρθωτα την εικόνα της Παναγίας, δίπλα σ΄ ένα βουνό άμμου που θα χρησίμευε για ανέγερση τριώροφης οικοδομής επί της Ιουστινιανού γνώρισα την καλύτερη και αρχαιότερη φίλη μου, Λένα κι αυτή.
Έμενε σ΄ ένα σπίτι κοντά στο δικό μου με τους παππούδες της – πρόσφυγες πρώτης γενιάς – τους γονείς της – καλούς και γενναιόδωρους ανθρώπους – και με τον κατά πολύ μικρότερο από εμάς, αδελφό της τον Εύρη.
Αυτό το γλυκό και όμορφο παιδάκι το χρησιμοποιούσαμε και σαν κούκλα μας στα πρώτα κοριτσίστικα παιχνίδια μας. Τόσο καλόγνωμο και βολικό παιδάκι ήταν. Σε μερικά χρόνια ο μικρούλης μας εξελίχτηκε σε πειραχτήρι μοναδικό.
Εύκολος στόχος των πειραγμάτων του ο συνονόματος παππούς, Ευρυπίδης. Του είχαμε όλοι αδυναμία του μικρού Ευρυπίδη Γαραντούδη. Δεν τον μαλώναμε αρκετά. Ήταν έκπληξη όταν ανακαλύπταμε την ευαισθησία της ψυχής του, την ευστροφία του μυαλού του αν και πάντα ήμασταν βέβαιοι για την ευφυΐα του. Πάντως ότι θα γίνει κι ένας από τους σπουδαιότερους νεοελληνιστές καθηγητές πανεπιστημίου, δεν το περιμέναμε. Ούτως ή άλλως εμείς θα τον αγαπούσαμε γιατί ο κύριος καθηγητής θάναι πάντα ο δικός μας Εύρης.
Του ίδιου καλού γονιδίου αποτέλεσμα ήταν και η αγαπημένη μου φίλη. Η Λένα μου. Έγινε φιλόλογος, πρόσφερε ακούραστα γνώση και αγάπη στους μαθητές της αλλά και κυρίως προσωπικό υλικό όφελος δούλεψε για τα πολιτιστικά της πόλης.
Τα καλύτερά μας χρόνια τα ζήσαμε στον πυρετό της μεταπολίτευσης που μας βρήκε στις τελευταίες τάξεις του γυμνασίου. Αέρας ελευθερίας έπνεε παντού και φούσκωνε τα μυαλά μας μ΄ ενθουσιασμό. Οι ψυχές μας χόρτασαν ελπίδες και ευχές για έναν κόσμο καλύτερο και δικαιότερο που όσο μεγαλώναμε καταλαβαίναμε ότι δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. Ήταν ωραίο που ζήσαμε το όνειρο κι ας παρέμεινε όνειρο.
Τα κορίτσια της γενιάς μου δεν ονειρεύτηκαν το γάμο σαν λύση. Σπούδασαν κι εργάστηκαν μετά για να στηρίξουν την οικογένεια. Σκορπιστήκαμε παντού. Κάποιοι σαν κι εμένα διάλεξαν να μείνουν σ΄ αυτόν τον τόπο. Τόσο τον αγάπησαν. Και τι είναι αλήθεια αυτός ο τόπος; Είναι τα σπίτια, τα στενά δρομάκια στη σκιά των κάστρων, η θέα στη θάλασσα;
Είναι όλ΄ αυτά αλλά κυρίως είναι οι άνθρωποι και οι μνήμες που κουβαλάς από παιδί. Είναι αυτοί οι άνθρωποι, οι παρόντες, αλλά και αυτοί που έφυγαν και στοιχειώνουν μόνιμα την καθημερινή εικόνα.
Η κ. Γιώργαινα, η Κίτσα, η Κατίνα και ο Ηλίας, η γιαγιά Βασίλω, η Ιφιγένεια, η Μαριάνθη, ο Μανώλης, η Κάλλη, η Σάρα, η Αγγελική, η Πηνελόπη που μας πετούσε πέτρες, ο μπαρμπα Αβράμης, η κ. Μαριστά, ο παππούς μου ο μπάρμπα Χαρίλαος, η γιαγιά μου Αναστασία, ο παππούς Ευρυπίδης, η γιαγιά Ελένη, η μάνα μου.
Τους κρατάμε ζωντανούς όσο τους θυμόμαστε. Αυτό τουλάχιστον μέχρι στιγμής επιτύχαμε… Να ζούμε  εδώ μ΄ αυτούς κι αυτά που αγαπήσαμε. Και αυτό έχει την αξία του.

Κυριακή 24 Αυγούστου 2014



Γιόρτασαν τα εξήντα τους χωρίς να το κρύψουν

Καμιά φορά ο λόγος, όσο επιδέξιος χειριστής του κι είναι κανένας, είναι πολύ δύσκολο να περιγράψει τα συναισθήματα που πλημμυρίζουν τις ψυχές των ανθρώπων.
Και είναι δύσκολο γιατί σ’ αυτές τις περιπτώσεις τα συναισθήματα είναι βαθειά, πηγαία και αληθινά. Και την αλήθεια μπορεί να την ζεις και να την βιώνεις αλλά δεν μπορείς να την περιγράψεις. Αποτυπώνεται απλά στο νου σου, στην ψυχή σου, στη συνείδησή σου και στο είναι σου και την κουβαλάς για πάντα σαν πολύτιμο φυλαχτό.
Κάτι τέτοιο συνέβη την Παρασκευή το βράδι στο φιλόξενο στέκι «Costa Blanca» του Ανέστη Δημητρίου στην Άσπρη Άμμο όταν οι απόφοιτοι (αγόρια και κορίτσια) των γυμνασίων Θηλέων και Αρένων Καβάλας του 1972 συναντήθηκαν για να γιορτάσουν χωρίς φόβο και πάθος, χωρίς κόμπλεξ και αναστολές τα γενέθλια των εξήντα τους (!!!) χρόνων.
Περίπου 90 «νεαρές» και «νεαροί» εξηντάρες και εξηντάρηδες συγκεντρώθηκαν από νωρίς το βράδι της Παρασκευής και μέχρι τα ξημερώματα του Σαββάτου  κυριολεκτικά ξεφάντωσαν με εκλεκτά εδέσματα, άφθονο ποτό και κυρίως τραγούδι και χορό.
Συναντήθηκαν άνθρωποι που είχαν να βρεθούν εδώ και δεκαετίες, παλιοί συμμαθητές και φίλοι από τα χρόνια του ’60 και του ’70, ήρθαν άνθρωποι από την Αμερική και την Γαλλία ειδικά γι’ αυτή τη συγκέντρωση, από την Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και άλλες πόλεις της Ελλάδας και γίνανε όλοι μαζί μια μεγάλη παρέα όπως τα χρόνια της πρώτης τους νιότης, απολαμβάνοντας τη βραδιά όχι απλώς και μόνο με μια νοσταλγική διάθεση (φυσικό σε τέτοιες περιπτώσεις) αλλά κυρίως με μια ρεαλιστική και αφοπλιστική, εν τέλει, ανθρώπινη επιθυμία να ξορκίσουν τα στερεότυπα που θέτουν, ως ένα βαθμό, στο περιθώριο της πραγματικής ζωής αυτές τις ηλικίες.
Υπήρχε μια γλύκα και μια τρυφερότητα διάχυτη στην ατμόσφαιρα, κάθισαν αγόρια και κορίτσια μαζί στα τραπέζια αλλά και χόρεψαν μαζί από σέικ, ντίσκο και ροκ εντ ρολ μέχρι ζεϊμπέκικα, τσιφτετέλια και νησιώτικα. Και κάποια στιγμή έσβησαν και τα κεράκια στην τούρτα των γενεθλίων τους ενώ τα φλας άστραφταν για να κρατήσουν άσβεστες όχι μόνον τις μοναδικές, πολύτιμες στιγμές της βραδιάς αλλά και ζωηρή την φλόγα μιας επανασύνδεσης με την πρώτη ευκαιρία στα επόμενα χρόνια.
Ναι, μεγαλώσαμε, τα χρόνια πέρασαν, τα μαλλιά μας άσπρισαν ή σε μερικούς άνδρες έπεσαν τελείως, πολλοί από μας είμαστε πια γιαγιάδες και παππούδες, συνταξιούχοι και απόμαχοι της δουλειάς. Αλλά, βρε παιδί μου, η φλόγα στη καρδιά δεν σιγοκαίει απλώς. Είναι ζωηρή, ζωντανή, άσβεστη και με την πρώτη ευκαιρία, το πρώτο αεράκι συναισθημάτων φουντώνει και γίνεται πυρκαγιά που μπορεί να πυροδοτήσει επιθυμίες, πόθους μέχρι και τον ίδιο τον πύραυλο που έστειλε το διαστημόπλοιο «Απόλλων 11» στο φεγγάρι.
Πολλά τα εύσημα στα κορίτσια της επιτροπής που «έφτιαξαν» την ατμόσφαιρα αλλά και στον Ανέστη Δημητρίου που απεκδύθηκε τη φορεσιά του επαγγελματισμού και προσπάθησε με ανιδιοτέλεια να μας κάνει να χαρούμε τη βραδιά. Και τα κατάφερε…
Καλή αντάμωση αγαπημένοι μου.


Κυριακή 10 Αυγούστου 2014



Τσάι με τον κ. Λυχούνα

Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα βρήκα την συνέντευξη που παραχώρησε την προηγούμενη εβδομάδα στην τοπική «Νέα Εγνατία» ο κ. Μιχάλης Λυχούνας ο οποίος θα είναι από την 1η Σεπτεμβρίου αντιδήμαρχος πολιτισμού στη νέα διοίκηση του Δήμου Καβάλας όπως αυτή προέκυψε από τις εκλογές του περασμένου Μαΐου.
Ο κ. Λυχούνας μοιάζει να είναι ένας άνθρωπος που όχι απλά γνωρίζει τα θέματα των νέων του αρμοδιοτήτων αλλά έχει και συγκεκριμένες απόψεις, σχέδια και προτάσεις για μια σειρά από ανάγκες που έχει η πόλη στον πολιτιστικό τομέα.
Χωρίς να θέλω σε καμιά περίπτωση να θίξω την προκάτοχό του, νομίζω ότι δεν υπάρχει μέτρο σύγκρισης και η υπεροχή του κ. Λυχούνα είναι αδιαμφισβήτητη. Πιθανόν μάλιστα να είναι και μακράν ο καλύτερος αιρετός που τοποθετείται στη θέση αυτή από γεννέσεως Καποδίστρια και Καλλικράτη. Ασφαλώς βέβαια θα πρέπει να το αποδείξει κιόλας με την πολιτεία του αλλά είμαι βέβαιος πως θα το κάνει.
Άλλωστε η επαγγελματική του ενασχόληση, η κατά καιρούς δημόσια έκφραση των απόψεών μέσα από κείμενά του στον τοπικό τύπο αλλά και η γενικότερη καλλιέργειά του, όπως λένε αυτοί που τον γνωρίζουν, αποτελούν, ως ένα βαθμό, τα εχέγγυα για μια παραγωγική και γόνιμη παρουσία του στο πόστο που τον τοποθετεί η νέα δήμαρχος κ. Δήμητρα Τσανάκα.
Θα περίμενα λοιπόν από τον κ. Λυχούνα να είναι περισσότερο φειδωλός στις εξαγγελίες του και τους στόχους που βάζει πριν καλά - καλά αναλάβει τα νέα του καθήκοντα. Διότι όπως πολύ καλά –είμαι βέβαιος- γνωρίζει και ο ίδιος, στην Ελλάδα η γραφειοκρατία, οι μανδαρίνοι των υπουργείων και γενικότερα το βραδυκίνητο σαπιοκάραβο της δημόσιας διοίκησης είναι η αιτία να ακυρώνονται σχέδια, να καταρρέουν εξαγγελίες και να ματαιώνονται προσδοκίες ανθρώπων καλών μεν προθέσεων αλλά ανέφικτων οραματισμών μέσα στο καταραμένο ελληνικό κρατικό περιβάλλον.
Δεν χρειάζεται δηλαδή να προβαίνεις σε εξαγγελίες για ένα μεγαλεπίβολο σχέδιο κατασκευής μεγάρου πολιτισμού στην Καβάλα που παραπέμπει ευθέως στα φαιδρά σχέδια Σιμιτσή για τραμ στην Καβάλα. Όσο κι αν ο κ. Λυχούνας παραδέχεται ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει στην πενταετία που η διοίκηση Τσανάκα θα βρίσκεται στο Δήμο Καβάλας, εντούτοις δεν παύει να φαντάζει σαν μια εντελώς ανέφικτη και επιπόλαιη εξαγγελία που δεν την περιμένεις να την ακούσεις από έναν άνθρωπο του επιπέδου του νέου αντιδημάρχου πολιτισμού.
Άλλωστε από την περίοδο Καλλιοντζή υπάρχει στα συρτάρια της Νομαρχιακής τότε και Περιφερειακής τώρα αυτοδιοίκησης Καβάλας, έτοιμη και πληρωμένη αδρά μελέτη για την ανακατασκευή του αμφιθεάτρου της Νομαρχίας σε ένα σύγχρονο και εξαιρετικά λειτουργικό θέατρο το οποίο μάλιστα θα διαθέτει και όλες τις προδιαγραφές για ένα άρτιο συνεδριακό κέντρο με μια επιπλέον μικρή αίθουσα συγκεντρώσεων, φουαγιέ, κυλικείο και βοηθητικούς χώρους.
Ας την αναζητήσει αυτή τη μελέτη ο κ. Λυχούνας και ας προχωρήσει άμεσα η διοίκηση Τσανάκα στην εξεύρεση των 7 περίπου εκατομμυρίων ευρώ που ήταν ο προϋπολογισμός για την κατασκευή αυτού του σύγχρονου χώρου πολιτισμού που τόσο ανάγκη έχει η πόλη μας.
Όσο για την με κάθε τρόπο προσπάθεια αξιοποίησης των καπναποθηκών και άλλων σημαντικών κτηρίων της Καβάλας που ρημάζουν στο πέρασμα του χρόνου συμφωνούμε απόλυτα με τον κ. Λυχούνα και του δηλώνουμε την συμπαράστασή μας σε κάθε προσπάθεια που θα κάνει προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλωστε πολλές φορές στο παρελθόν και αυτή η στήλη αλλά και γενικότερα η εφημερίδα μας ανέδειξε το συγκεκριμένο θέμα.
Όσο για την θέση του σχετικά με την παραμονή ή όχι του κ Γκόνη στη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του ΔΗΠΕΘΕ Καβάλας και μετά το τέλος της σύμβασής του ο κ. Λυχούνας αν και παραδέχεται ότι η «σούμα» γι’ αυτόν τον άνθρωπο είναι θετική, ότι «η παρουσία του στο φεστιβάλ έχει φέρει επαγγελματισμό» και ότι «ο άνθρωπος είναι της δουλειάς» και πετυχημένος παρ’ όλ’ αυτά θα μπει, λέει, στη «βάσανο» της επιλογής ενός άλλου προσώπου.
Αλλά αφού είναι πετυχημένος κ. Λυχούνα μου και ξέρεις ότι θα σου την κάνει τη δουλειά ο συγκεκριμένος άνθρωπος τότε γιατί να το παίξεις κορώνα – γράμματα με ένα καινούριο πρόσωπο και να μην ανανεώσεις την σύμβαση αυτού που έχεις;
Πριν καλέσεις λοιπόν τους δημοσιογράφους σε τσάι, πιες μαζί του ένα του βουνού, πες του τι θέλεις και τι ζητάς για να καθορίσετε μαζί την πολιτική στο χώρο του ΔΗΠΕΘΕ και του Φεστιβάλ όπως εσύ και εκείνος την οραματίζεστε.
Έτσι γίνονται οι δουλειές την σήμερον ημέραν ώστε ωφελημένη να βγει τελικά και η ίδια η πόλη.
Διότι οι κυβερνήσεις (διοικήσεις εν προκειμένω) πέφτουνε μα η αγάπη (οι άξιοι άνθρωποι) πρέπει να μένουν. Σωστά;

Δευτέρα 4 Αυγούστου 2014



Τα «ΟΧΙ» στο LNG, ΤΑΡ, λιθάνθρακα κ.λ.π. είναι προφάσεις εν αμαρτίαις


μιας κοινωνίας που βίασε ασύστολα την πόλη που ζει

Τις δύο πρώτες φωτογραφίες χωρίζουν 52 χρόνια. Η πρώτη είναι μόλις προχθεσινή (Κυριακή πρωί) από τη άφιξη του κρουαζιερόπλοιου «Riviera» στο λιμάνι της Καβάλας και η άλλη από τις αρχές του 1962 στην οποία επίσης διακρίνεται ένα εμπορικό πλοίο (πολύ μικρότερο φυσικά από το κρουαζιερόπλοιο) να μπαίνει στο λιμάνι.
Σ’ αυτή τη δεύτερη φωτογραφία βλέπει κανείς μια κατακόκκινη Καβάλα με τις κεραμοσκεπές των σπιτιών και των καπναποθηκών να δίνουν ένα γλυκό, ζεστό και ανθρώπινο χρώμα και πρόσωπο στην πόλη που τότε ήταν πραγματικά όμορφη.
Και φυσικά είχες απέραντη και εξαίρετη θέα από όποιο σημείο της πόλης και αν καθόσουν.
Ύστερα εφόρμησαν οι εργολάβοι, οι μηχανικοί, η …«ανάπτυξη» και η κυρίως η βουλιμία μας να εκμεταλλευτούμε και το τελευταίο τετραγωνικό εμβαδού που ανήκε στην ιδιοκτησία μας, κάνοντας τις περισσότερες φορές υπερβάσεις και αυθαιρεσίες, μετατρέποντας πυλωτές σε σπίτια και μαγαζιά, ταράτσες σε γκαρσονιέρες, μπαλκόνια σε επιπλέον δωμάτια, φτάνοντας σήμερα στο σημείο να ζούμε σε τσιμεντένια κλουβιά, ο ένας πάνω στον άλλο, σε μια πόλη με άναρχη δόμηση, χωρίς πράσινο, χωρίς ελεύθερους χώρους, μια πόλη πανάσχημη και αβίωτη.
Ακόμη και στη ΔΕΠΟΣ που είχαμε μια ευκαιρία να επανορθώσουμε τα σφάλματα του παρελθόντος και να δημιουργήσουμε μια συνοικία πρότυπη και όμορφη, κάναμε τα ίδια και χειρότερα σκατά.
Η πρώτη φωτογραφία αποτυπώνει γλαφυρά και αποκαλυπτικά το σήμερα και δείχνει πόσο παράταιρο μοιάζει το τεραστίων διαστάσεων μεν αλλά όμορφο δε κρουαζιερόπλοιο «Riviera» με την ασχήμια και τη βρωμιά από τα τσιμέντα, τα ηλιόθερμα, τις κεραίες και τις άλλες σαβούρες που δεσπόζουν στην φάτσα της πόλης.
Εντάξει, υπάρχει και η Παναγία που γλυκαίνει κάπως το μάτι αλλά όπου αλλού και να γυρίσεις σε πνίγει και σου κόβει την ανάσα η ολοκληρωτική κυριαρχία του μπετόν.
Μου μοιάζει λοιπόν πολύ υποκριτικό που διαρρηγνύουμε σήμερα τα ιμάτιά μας ως Ηρακλείς του περιβάλλοντος και «αγωνιζόμαστε» για να προστατέψουμε την πόλη μας από την οικολογική καταστροφή που θα επιφέρουν τo LNG, ο λιθάνθρακας κλ.π. όταν εδώ και χρόνια εμείς οι ίδιοι την έχουμε πληγώσει θανάσιμα και εξακολουθούμε να το κάνουμε παρά τις όποιες ευαισθησίες υποτίθεται ότι αποκτήσαμε στο μεταξύ.
Διότι κακά τα ψέματα. Για τους άλλους έχουμε ευαισθησίες και είμαστε φανατικοί οικολόγοι. Όταν όμως πρόκειται για το εαυτό μας, για το συμφέρον μας, για την πάρτη μας τότε κάνουμε λίγο (έως πολύ) και τα στραβά μάτια, ξεχνάμε τις όποιες ευαισθησίες μας και πλένουμε τα αυτοκίνητά μας στο δρόμο κι ας τρέχουν οι σαπουνάδες και τα απόνερα στο δρόμο, πετάμε τα μπάζα μας στο περιαστικό δάσος ή στο δρόμο της Μόμας, σπάζουμε ρημάζουμε καρέκλες, ξαπλώστρες, ομπρέλες, σιφώνια στις δημοτικές παραλίες και μουτζουρώνουμε με σπρέι σπίτια, μαγαζιά, ταμπέλες οδικής κυκλοφορίας ακόμη και μνημεία.
Αυτοί είμαστε και άρα αυτή η πόλη μας αξίζει. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν πολλαίς αμαρτίαις…
Η μικρότερη φωτογραφία που είναι επίσης από την σύγχρονη Καβάλα (2007) δείχνει ακόμη πιο γλαφυρά και με μεγαλύτερη ένταση την καταστροφή που προξενήσαμε στην πόλη μας με την άναρχη δόμηση. Αν προσέξει κανείς μόλις που διακρίνεται κάτω αριστερά η χαρακτηριστική οροφή της Δημοτικής Αγοράς και όλο το υπόλοιπο μέσα στο κάδρο είναι μπετόν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η φωτογραφία αυτή έχει χρησιμοποιηθεί σε διεθνή πανεπιστήμια και σε σχολές αρχιτεκτονικής ανά τον κόσμο σαν αρνητικό παράδειγμα για την πυκνή μέχρι ασφυξίας δόμηση μέσα στον αστικό ιστό μιας πόλης.


Φαινόμενο επιστημονικής μελέτης
Όλοι ξέρουμε ότι η εξουσία γενικώς επηρεάζει τους ανθρώπους (όλους τους ανθρώπους, ανεξαρτήτως οικονομικού, κοινωνικού και μορφωτικού επιπέδου) και τους τροφοδοτεί με εγωισμό, έπαρση και αλαζονεία.
Ανάλογα με το πολιτισμικό έρμα του καθένα άλλος επηρεάζεται πιο εύκολα και πιο γρήγορά και άλλος αργότερα και δυσκολότερα. Υπάρχουν φυσικά και οι ελάχιστες, σπάνιες εξαιρέσεις ανθρώπων που η όποια εξουσία δεν αλλάζει τον χαρακτήρα τους και τους κρατά προσγειωμένους, ταπεινούς και μετριόφρονες.
Αυτά σε θεωρητικό επίπεδο μέχρι την περασμένη Τετάρτη οπότε εμφανίσθηκε η κ. Αναστασία Ιωσηφίδου που έσπασε τα δεδομένα και με την θορυβώδη γεμάτη έπαρση, αλαζονεία αλλά και αγένεια παρέμβασή της στη συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου Καβάλας, καθιέρωσε νέα δεδομένα στη θεωρία, ως ο πρώτος άνθρωπος στον κόσμο που «καβάλησε το καλάμι» πριν λάβει εξουσία.
Ορίστε λοιπόν ζωντανό παράδειγμα και πεδίον λαμπρόν έρευνας και μελέτης για τους απανταχού επιστήμονες της ανθρώπινης συμπεριφοράς…