Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

Ποίηση διεκδικούσα Νόμπελ

Δημοτικό έργο …γκραν γκινιόλ












Λυσσομανάει ο άνεμος μες το βαθύ σκοτάδι
κι οι πύλες λες πως άνοιξαν του ερεβώδους Άδη.
Βρέχει τουλούμια ο Θεός, αστράφτει και βροντάει
κάποιο σκυλί στη γειτονιά αγρίως αλυχτάει

Μια πόρτα κάπου έκλεισε κι έσπασε ένα τζάμι
του τρόμου απλώθηκε παντού το φοβερό πλοκάμι.
Μοιάζει με θρίλερ η βραδιά, με γκραν γκινιόλ ταινία
λες κι οι βρικόλακες θα βγουν στην άλλη τη γωνία

Όλ’ η Καβάλα ξαγρυπνά κρύος ιδρώτας τρέχει
την πλάτη όλη διαπερνά, το σώβρακό μας βρέχει
Πάει να σπάσει η καρδιά από την αγωνία
-ας είναι όνειρο ρε συ αυτή η μαλακία-

Κι όπως τα γόνατα λυγούν και τρέμουν απ’ το φόβο
και να τη βγάλω καθαρός μάλλον χλωμό το «κόβω»
μία κραυγή ακούγεται, τρομακτική Ερινύα
που φτάνει μέχρι το Κογκό και την Αββησινία

Όλοι αναγνωρίζουνε την τρομερή τσιρίδα
που σπάει καθρέφτες, κρύσταλλα, σφίγγει την καρωτίδα
Απ’ τ’ άσπρο κτήριο έρχεται τ’ όμορφο δημαρχείο
σαν τρικυμία νά ‘πιασε κάποιον εν τω κρανίω.

Τρέχουμε και μπουκάρουμε μέσα στο κτήριο όλοι
να δούμε τι συνέβηκε και σφίχτηκαν οι κώλοι
απ’ την κραυγή την άγρια και εν πολλοίς φρικώδη
που τα κορμιά μας τύλιξε σαν γίγαντας – χταπόδι

Μέσα σε σύννεφα καπνού πολύ βαριού τσιγάρου
και τρία πιάτα αδειανά σκορδαλιομπακαλιάρου
τη δήμαρχο διακρίνουμε κάτασπρη απ’ τον τρόμο
να δείχνει στο γραφείο της έναν ογκώδη τόμο.

-«Τι έπαθες;» ρωτήσαμε «κι έτσι πολύ φωνάζεις
σαν να σε σφάζουνε θαρρείς και σαν τρελή κραυγάζεις;»
-«Μήπως σε όρμηξε κανείς να σε κακοποιήσει
και σ’ έπιασε νευρωτική και υστερίας κρίση;»

-«Όχι δεν μ’ όρμηξε κανείς να με κακοποιήσει
κι ούτε που με κατέλαβε της υστερίας κρίση,
κάτι άλλο πιο τρομακτικό μόλις που μου συνέβη
να μου σαλέψει το μυαλό νομίζω πως κοντεύει»

-«Μόλις που διάβασα παιδιά το έργο που έχω κάνει
δυό χρόνια πού ‘μαι δήμαρχος κι αυτό θα με τρελάνει
Τόσα πολλά που έφτιαξα τρόμαξα που τα είδα
κι έτσι μου βγήκε αυθόρμητα η τρομερή τσιρίδα»

Έφυγα γρήγορ’ από κει στο σπίτι να γυρίσω
να δώσω τόπο στην οργή μη κάποιον σιχτιρίσω.
Κι όπως εβάδιζα γοργά εις το βαθύ σκοτάδι
μες σε λακούβα έπεσα σημάδεψα αλφάδι

Γέμισα λάσπες, χώματα χτύπησα στο κεφάλι
έργο του Δήμου ήτανε, της ΔΕΥΑΚ το χάλι
και μια κραυγή τρομακτική αυθόρμητα μου βγαίνει

«δες την πραγματικότητα Τσανάκα ευλογημένη».

Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Νέος Αξιώτης στις προθήκες των βιβλιοπωλείων



Λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του βιβλίου του «Με χίλιους τρόμους γενναίος» από τις εκδόσεις «Κίχλη», ο συμπολίτης μας συγγραφέας Διαμαντής Αξιώτης απολαμβάνει τη χαρά να βλέπει εδώ και λίγες μέρες στις προθήκες των βιβλιοπωλείων όλης της χώρας, ένα ακόμη βιβλίο του.
Πρόκειται για την επανέκδοση (αυτή τη φορά από τις εκδόσεις «Επίκεντρο» της Θεσσαλονίκης) της συλλογής διηγημάτων του (αφηγήματα τα χαρακτηρίζει ο ίδιος) «Το μισό των Κενταύρων» που είχε κυκλοφορήσει σε πρώτη έκδοση το 1990 από τις εκδόσεις «Παρατηρητής» επίσης της Θεσσαλονίκης.
Η καινούρια αυτή έκδοση, της πρώτης ουσιαστικά εμφάνισης του Αξιώτη πριν 26 χρόνια στο στίβο της πεζογραφίας αφού στο μεταξύ είχε προηγηθεί η σκληρή του «προπόνηση» στο χώρο της ποίησης, βρίσκει πλέον τον Διαμαντή όχι μόνον ωριμότερο ως συγγραφέα αλλά και με ένα αρκετά βαρύ σακίδιο συγγραφικής δουλειάς στην πλάτη. Τέσσερα μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων, μία ανθολογία και ένα θεατρικό. Δεν είναι και λίγα. Και δεν υπολογίζουμε φυσικά τις προ του 1990 ανθολογίες τοπικών συγγραφέων και ποιητών.
Διατρέχοντας τις σελίδες της καινούριας έκδοσης, ξαναφέρνουμε στη μνήμη μας τα κείμενα του Αξιώτη και διαπιστώνουμε για άλλη μια φορά ότι στην ουσία «Το μισό των Κενταύρων» αποτέλεσε το συναινετικό διαζύγιο του συγγραφέα από την ποίηση της οποίας όμως τον βαθύ έρωτα δεν είχε ακόμη τότε ξεπεράσει. Αργότερα τα κατάφερε και δόθηκε με σφοδρό πάθος στην πεζογραφία η οποία και τον κέρδισε οριστικά.
Στη νέα έκδοση του «Μισού των Κενταύρων» των εκδόσεων «Επίκεντρο» συμπεριλαμβάνονται και έξι κριτικές της συλλογής διηγημάτων του Αξιώτη οι οποίες  γράφτηκαν και δημοσιεύτηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής αμέσως μετά την πρώτη κυκλοφορία του βιβλίου το 1990.

Τι είναι όμως «Το μισό των Κενταύρων»;. Διαβάζουμε από το οπισθόφυλλο της καινούριας έκδοσης:
Έντεκα αφηγήματα διπλής όψεως, όπου το ένα μισό αντικατοπτρίζει τη σκοτεινή, άγρια πλευρά της ανθρώπινης φύσης που βουλιάζει στη λάσπη του ένστικτου και επιζητεί να αυτοκαταστραφεί στη δίνη του πάθους, ενώ το άλλο μισό διανύει τις φωτισμένες πεδιάδες της λογικής, επιχειρώντας να απλωθεί ως το βάθος του ουρανού.
Τον Κένταυρο επιλέγει ως σύμβολο αυτού του διπλού κόσμου ο συγγραφέας για να υποδηλώσει το έλλογο που συνδέεται ακατάλυτα στο ίδιο σκαρί με το άλογο. Αφήνει, λοιπόν, στον αναγνώστη να ανακαλύψει σ’αυτά τα αφηγήματα ποια μισή φύση κυριαρχεί, ποιος κόσμος κατορθώνει να εκφραστεί και να επιβιώσει σ’ ένα παιχνίδι όπου τίποτα δεν είναι μονοσήμαντο και τίποτα δεν έχει μόνο μία όψη.
Ο Διαμαντής Αξιώτης εκφράζεται για τον διπλό του κόσμο με λέξεις σμιλεμένες ενός ανθρώπου που περιπλανήθηκε σε στέρνες μιας πλούσιας, αλλά ωστόσο ανέγγιχτης παράδοσης, για να χαθεί στη συνέχεια με ταχύτητα σε φωτισμένες σύγχρονες λεωφόρους, από όπου ακροάστηκε και μας μεταφέρει τον παλμό της εποχής μας.

ΜΙΚΡΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ

Ο Διαμαντής Αξιώτης γεννήθηκε στην Καβάλα, όπου και ζει. Έχει εκδώσει ποιητικές συλλογές, συλλογές διηγημάτω
ν, ανθολογίες ποίησης και διηγήματος, τέσσερα μυθιστορήματα. Υπεύθυνος, επί σειρά ετών, ραδιοφωνικών εκπομπών και έκδοσης λογοτεχνικών περιοδικών. Κείμενό του συμπεριλαμβάνεται στη διδακτέα ύλη των κειμένων Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στα αναγνωστικά της Β’ Γυμνασίου. Είναι μέλος της Εταιρίας Συγγραφέων.