Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2020

Τα γράμματα της Κατοχής

 




Η Λιλία, μοναχοπαίδι του Βασίλη και της Αθηνάς, είχε σαν σήμερα τα γενέθλιά της. Το 1941, μέσα σε λίγους μήνες, έχασε και τους δύο γονείς της κι έμεινε, 17χρονο κορίτσι, μόνη κι ορφανή. Ο θείος της, αδελφός του πατέρα της, μαζί με την γλυκιά, αρχόντισσα γυναίκα του, την πήραν και την έκαναν παιδί τους. Στο τέλος του 1941 την έστειλαν σε φιλική οικογένεια στο Βόλο, γιατί η βουλγαρική κατοχή στην Καβάλα ήταν πολύ σκληρή και οι συνθήκες τραγικές. Στο Βόλο είχαν εγκατασταθεί Ιταλικές κατοχικές αρχές και η ζωή ήταν κάπως καλύτερη.

Από εκεί η Λιλία είχε αλληλογραφία με τον αγαπημένο της Κυριάκο που τον γνώρισε τις παραμονές του πολέμου. Εκείνος είχε προσληφθεί ως ειδικός μελισσοκόμος στην Γεωργική Υπηρεσία στην Καβάλα αλλά μετά την πτώση του μετώπου και την εγκατάσταση των κατοχικών δυνάμεων στη χώρα, τοποθετήθηκε στον Πολύγυρο της Χαλκιδικής.

Μακριά και οι δύο από την αγαπημένη τους Καβάλα, αντάλλασσαν τρεις και τέσσερις φορές το μήνα γράμματα μέσα στα οποία φώλιαζαν τον έρωτά τους αλλά και την προσμονή τους να ξανανταμώσουν  στην ελεύθερη Καβάλα. Τα γράμματα της Λιλίας πριν φύγουν από το Βόλο, ανοίγονταν από την Ιταλική διοίκηση για λόγους ασφαλείας και αφού εξετάζονταν, ξανακλείνονταν με μια ειδική ταινία και μια σφραγίδα που έγραφε «Verificato per Censura» (Θεωρηθέν υπό της Λογοκρισίας). Ύστερα έπαιρναν το δρόμο για τον παραλήπτη τους.

Η Λιλία κι ο Κυριάκος ξανάσμιξαν μετά τον πόλεμο στην Καβάλα, παντρεύτηκαν έκαναν δύο παιδιά και έζησαν μαζί 58 ολόκληρα χρόνια.

Όταν το 2005 ο Κυριάκος πέθανε, η Λιλία «ξέθαψε» από ένα ντουλάπι που τά ‘χε καταχωνιασμένα, τα γράμματα της Κατοχής, φυλαγμένα  με τάξη σε ένα παλιό τενεκεδένιο κουτί από γαλλικά σοκολατάκια, και καθισμένη στην πολυθρόνα της τα διάβαζε ώρες ολόκληρες, κάθε μέρα, ξανά και ξανά, καμιά φορά και φωναχτά, όταν νόμιζε ότι δεν την άκουγε κανείς. Το έκανε αυτό επί τέσσερα χρόνια, κλαίγοντας ή και γελώντας, μέχρι που «έφυγε» κι εκείνη για να ξανασμίξει με τον αγαπημένο της Κυριάκο.

Τα γράμματα της κατοχής, τακτοποιημένα με τάξη στο παλιό τενεκεδένιο κουτί από γαλλικά σοκολατάκια, έμειναν παρακαταθήκη στα παιδιά τους για να τους θυμίζουν την αγάπη που πήραν αφειδώλευτα απ’ τους γονείς τους.

Η μάνα μας σαν σήμερα, είχε τα γενέθλιά της.

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2020

Ο κ. Καραμανλής ώχετο απιών* Όταν ο «εθνάρχης» εγκατέλειπε την πολιτικήν ως λιποτάκτης

 



Το μεσημέρι της Δευτέρας 9 Δεκεμβρίου 1963, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, εγκατέλειπε την πολιτική και την Ελλάδα, αναχωρώντας μαζί με την σύζυγό του Αμαλία,  αεροπορικώς για το Παρίσι ινγκόγνιτο και καλυπτόμενος υπό το ταξιδιωτικό ψευδώνυμο «Τριανταφυλλίδης».

Είχαν προηγηθεί οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 1963 τις οποίες είχε κερδίσει η Ένωσις Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου χωρίς όμως να έχει εξασφαλίσει πλειοψηφία στη Βουλή. Είχε λάβει συγκεκριμένα 138 έδρες έναντι 132 της ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή.

Η σύγκληση της Βουλής δεν είχε γίνει ακόμη -επρόκειτο να συγκληθεί τις επόμενες μέρες- και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θα αναγκαζόταν να καθίσει για πρώτη φορά ως αρχηγός κόμματος στα έδρανα της αντιπολιτεύσεως. Ένα γεγονός που ο αλαζονικός του χαρακτήρας δεν το ανεχόταν.

Εν τω  μεταξύ το προηγούμενο διάστημα είχε επέλθει μια ψυχρότητα ανάμεσα στον αρχηγό της ΕΡΕ και στο παλάτι τόσο για το θέμα της προίκας της πριγκίπισσας Σοφίας για το γάμο της με τον πρίγκιπα Χουάν Κάρλος της Ισπανίας (9 εκατομ. δραχμές, ποσό εξωφρενικό για την εποχή) όσο και για κάποια ταξίδια της βασιλικής οικογένειας στο Λονδίνο για τα οποία ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ως πρωθυπουργός της χώρας, είχε αντίρρηση.

Μεγάλο πλήγμα επίσης τόσο για την κυβέρνηση της ΕΡΕ όσο και προσωπικά για τον ίδιο τον Κωνσταντίνο Καραμανλή αποτέλεσε και η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη τον Μάιο του 1963. Για τα γεγονότα εκείνα μάλιστα του αποδίδεται η φράση «Ποιος τελικά κυβερνά αυτόν τον τόπο;»




Όλα αυτά λοιπόν αποτελούσαν έναν σοβαρό λόγο για τον Καραμανλή να σκεφτεί την αποχώρησή του από την πολιτική. Εκείνο όμως που κυριάρχησε ήταν τόσο η εικόνα που έφερνε στο μυαλό του να είναι αναγκασμένος να καθίσει στα έδρανα της αντιπολίτευσης όσο και το κλίμα που επικρατούσε στην πολιτική σκηνή αλλά και στην ελληνική κοινωνία γενικότερα, της θριαμβευτικής, δηλαδή, πορείας της Ενώσεως Κέντρου προς την εξουσία της οποίας η δυναμική ήταν φανερό ότι θα την οδηγούσε σε μια οριστική νίκη με απόλυτη πλειοψηφία στη βουλή στις επαναληπτικές εκλογές που επίμονα επιζητούσε ο Γεώργιος Παπανδρέου ώστε να αποκτήσει η χώρα ισχυρή κυβέρνηση. Εκλογές οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στις 16 Φεβρουαρίου του 1964 εξασφαλίζοντας, πράγματι, στην Ένωση Κέντρου άνετη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, 171 εδρών.

Ας μη ξεχνούμε ότι ο Καραμανλής σε όλη την πολιτική του διαδρομή, δεν κάθισε ποτέ στα έδρανα της αντιπολίτευσης. Ακόμη και μετά την μεταπολίτευση, όταν επεβλήθη στην χώρα ως σωτήρας και αφού κέρδισε λόγω του κλίματος της εποχής δια περιπάτου δύο εκλογικές αναμετρήσεις (1974, 1977), αποχώρησε με ελαφρά πηδηματάκια στην επερχόμενη και διαφαινόμενη δια γυμνού οφθαλμού σαρωτική επέλαση του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981, εγκαταλείποντας το κόμμα και αφήνοντας να πιει το πικρό ποτήρι της ήττας ο Γεώργιος Ράλλης.

Και με δεδομένο ότι και τις δύο φορές που εισήλθε στην πολιτική σε υψηλό επίπεδο, σ’ αυτό δηλαδή της πρωθυπουργίας, το έκανε ως αλεξιπτωτιστής (την πρώτη φορά τον επέβαλε το παλάτι και την δεύτερη η χούντα) είναι πολύ εύστοχο το παρακάτω απόσπασμα από το κύριο άρθρο της εφημερίδας «Ελευθερία» της 10ης Δεκεμβρίου του 1963, της επομένης δηλαδή της αναχώρησής του για το Παρίσι που ανέφερε: «Εξήλθεν χθες του δημοσίου βίου από την θύραν της υπηρεσίας όπως ακριβώς είχεν εισέλθη»

 

*Ώχετο απιών: Έγινε Λούης. Έκοψε λάσπη. Έγινε καπνός. Την κοπάνησε.