Κυριακή 11 Φεβρουαρίου 2018

Αποχαιρέτα την τήν Αριστερά που χάνεις…


Ασφυκτικά, με έξτρα καρέκλες και ορθίους γέμισε η αίθουσα εκδηλώσεων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Καβάλας "Βασίλης Βασιλικός" το απόγευμα της Παρασκευής, με την ευκαιρία της παρουσίασης του βιβλίου του Τάσου Χατζηαναστασίου «Αντάρτες και Καπετάνιοι» που αφορούσε στην Εθνική Αντίσταση στην Ανατολική Μακεδονία και Θράκη.
Την εκδήλωση οργάνωσε ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Καβάλας και εκ μέρους του οποίου ο Δημήτρης Κουγιουμτζόγλου έκανε μια σύντομη εισαγωγή και συντόνισε την συζήτηση.
Για το βιβλίο, τον συγγραφέα και τα γεγονότα της εποχής μίλησαν ο Κυριάκος Λυκουρίνος και ο Κοσμάς Χαρπαντίδης ενώ την εκδήλωση έκλεισε ο ίδιος ο συγγραφέας Τάσος Χατζηαναστασίου που συζήτησε και με το κοινό από πλευράς του οποίου έγιναν αρκετές ερωτήσεις αλλά και τοποθετήσεις.
Συμπερασματικά θα μπορούσε να πει κανείς ότι αναπτύχθηκαν πολλές απόψεις για την ουσία του θέματος αλλά έγινε αναφορά και σε αρκετές άγνωστες σε πολλούς λεπτομέρειες από την αντίσταση που ανέπτυξαν διάφορες ανταρτικές ομάδες στην περιοχή μας ενάντια στους Βούλγαρους κατακτητές αλλά και στις αντιπαραθέσεις που είχαν και μεταξύ τους οι ομάδες αυτές και οι οποίες οδήγησαν αργότερα στο δράμα του εμφυλίου πολέμου.
Οι ομιλητές αναφέρθηκαν διεξοδικά στα «γεγονότα της Δράμας» όπως συνήθως αυτά αναφέρονται στην ιστορία, όπου οι βουλγαρικές δυνάμεις κατοχής σε αντίποινα αντιστασιακής ενέργειας με θύματα εννέα Βούλγαρους χωροφύλακες, εκτέλεσαν μέσα σε τρεις μέρες το Σεπτέμβριο του 1941 πάνω από 2.150 άτομα στο Δοξάτο και την ευρύτερη περιοχή, καθιστώντας αυτή τη σφαγή την μεγαλύτερη σε αριθμό θυμάτων ενέργεια αντιποίνων που έκαναν γενικότερα οι κατακτητές σε όλη την Ελλάδα στην διάρκεια της κατοχής 1941 – 1944. Εντούτοις το τραγικό αυτό γεγονός δεν έχει βρει μέχρι σήμερα από την πολιτεία την σημασία και την προβολή που του αξίζει.
Μέχρις εδώ ήταν το ρεπορτάζ για την εκδήλωση.
Ωστόσο με αφορμή την συγκεκριμένη βιβλιοπαρουσίαση θα μου επιτρέψετε να προχωρήσω σε μερικές προσωπικές εκτιμήσεις και σχόλια που αφορούν στην γενικότερη ιδεολογικοπολιτική ατμόσφαιρα που έχει διαμορφωθεί τα τελευταία χρόνια στην χώρα αλλά και στον μικρόκοσμό μας, την Καβάλα.
Η ιστορία αρχίζει εδώ και δύο με τρεις δεκαετίες όταν οι πολιτικοί με την πολιτική τους συνέβαλλαν καταλυτικά στην απαξίωση των θεσμών. Η οικονομική κρίση φόρτωσε ακόμη πιο πολύ το ήδη επιβαρυμένο κλίμα και άρχισαν να εμφανίζονται όλο και περισσότερα αλλά και με μεγαλύτερη ένταση κάθε φορά, φαινόμενα αποσάρθρωσης της κοινωνικής συνοχής, ακύρωσης του σεβασμού στους θεσμούς και στη δημοκρατία και ενίσχυσης λαϊκίστικων και ακραίων απόψεων που χρόνο με το χρόνο, μέρα με τη μέρα αποκτούσαν μεγαλύτερη αποδοχή και απήχηση σε όλο και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα.
Η παταγώδης κατάρρευση των προσδοκιών για τους αγνούς οραματιστές της Αριστεράς αλλά και για ευρύτερες μάζες απλών ανθρώπων, που έφερε η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, αποτελείωσε τις όποιες ελπίδες ανάκαμψης αυτού του κλίματος της παρακμής, απομυθοποίησε και απογύμνωσε την Αριστερά ως κοσμοθεωρία αλλά και ως ιστορία ήθους και αγώνων στην Ελλάδα και έβγαλε ακόμη περισσότερο στην επιφάνεια της ελληνικής κοινωνίας, την υποβόσκουσα όλα αυτά τα χρόνια βαθιά συντηρητική και ακραία πολλές φορές νοοτροπία της. Η μισαλλοδοξία και ο ρατσισμός βρήκαν πρόσφορο έδαφος και πολιτικοί φορείς που τα πρεσβεύουν δυνάμωσαν ποσοστιαία και οι απόψεις τους έχουν πλέον απήχηση σε πλατιά κοινωνικά στρώματα. Το κακό είναι ότι ακόμη και σε πολιτικές δυνάμεις του «συνταγματικού» όπως λέμε, «τόξου», εμφανίζονται όλο και περισσότεροι και με όλο και μεγαλύτερη συχνότητα φορείς αυτών των απόψεων.
Στην εκδήλωση της Παρασκευής αυτό το κλίμα ήταν διάχυτο. Η αλήθεια είναι ότι και το θέμα ήταν πρόσφορο αλλά –σκέφτομαι- πριν δέκα χρόνια κανείς δεν θα είχε διανοηθεί να εκφράσει απόψεις σαν αυτές που ακούστηκαν προχθές.
Το χειρότερο είναι ότι υπάρχουν και άνθρωποι που προέρχονται ιδεολογικοπολιτικά από τον «δημοκρατικό και προοδευτικό», όπως συνηθίσαμε να λέμε χώρο και εμφορούνται πλέον από αυτού του είδους τις απόψεις.
Και δεν εννοώ φυσικά κάποιους τυχάρπαστους, αγράμματους γυμνοσάλιαγκες που μια ζωή φρόντιζαν να τη «βγάζουν» στη λούφα και στην παραλλαγή υποδυόμενοι τους «πολυπράγμονες» και τους «δημοκράτες» αλλά για τους σοβαρούς και με βαθιά καλλιέργεια ανθρώπους που ενώ έχουν δημοκρατικές καταβολές ενστερνίζονται ακραίες εθνικιστικές απόψεις.
Η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, πέρα από τις όποιες επιδράσεις είχε στην οικονομία, στην κοινωνία και στην καθημερινότητα των ανθρώπων, έθεσε υπό αμφισβήτηση γενικότερα και την Αριστερά, ως ιδεολογικοπολιτικό σύστημα, το ήθος της, το ηθικό της πλεονέκτημα, όπως συνηθίζεται να αναφέρεται και την ικανότητά της στη διακυβέρνηση της χώρας με τους δικούς της ιστορικούς όρους και προϋποθέσεις.
Υπάρχει λοιπόν ένα καίριο πλήγμα στην έννοια της Αριστεράς. Ένα πλήγμα που πιθανόν δεν είναι θανατηφόρο αλλά θα χρειαστεί πάρα πολύς χρόνος για να ανακάμψει ως πολιτικός χώρος και κυρίως να βρει τη θέση που της ανήκει στην ψυχή και την συνείδηση των πλατιών κοινωνικών στρωμάτων.

Αποχαιρέτα την λοιπόν την Αριστερά που χάνεις…

Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018

Η δήμαρχος τσαλαβουτάει στο λαϊκισμό μέσω Αλφαβητοπαρέλασης



«Δέσμιος της ακραίας πτέρυγας του κόμματός του είναι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, ο οποίος προσπαθεί να χαϊδέψει τα αυτιά του εθνικιστικού ακροατηρίου ενόψει και του συλλαλητηρίου της 4ης Φεβρουαρίου»
Μ’ αυτή τη φράση ξεκινά το κύριο πρωτοσέλιδο κείμενο της Σαββατιάτικης έκδοσης της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας «Η Εφημερίδα των Συντακτών»
Η συγκεκριμένη εφημερίδα μάλιστα για να ενισχύσει την άποψή της δημοσιεύει και σχετικό δισέλιδο ρεπορτάζ –ντοκουμέντο όπως το αποκαλεί- σχετικά με τη γραμμή που ακολουθούσε το 2008 η Νέα Δημοκρατία στο Σκοπιανό, όταν πρωθυπουργός ήταν ο Κώστας Καραμανλής και υπουργός εξωτερικών η αδελφή του σημερινού αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Ντόρα Μπακογιάννη.
Ωστόσο μπορεί εύκολα κανείς να αντιπαρατεθεί σ’ αυτό το επιχείρημα της Εφημερίδας των Συντακτών δεδομένου ότι στην σύγχρονη Ελληνική Ιστορία έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα όπου οι κομματικές και πολύ περισσότερο οι εξ αίματος συγγένειες δεν εξασφάλιζαν σε καμιά περίπτωση τη συνέχεια και τη συνέπεια της ίδιας πολιτικής γραμμής εις το διηνεκές.
Το θέμα κατά τη γνώμη μας δεν έγκειται στη στροφή του Κυριάκου Μητσοτάκη προς το ακροδεξιό ακροατήριο όπως ισχυρίζεται η φιλοκυβερνητική εφημερίδα εκφράζοντας εν μέρει ή μάλλον ευθυγραμμιζόμενη απολύτως με την επίσημη κυβερνητική άποψη. Το πρόβλημα για τη χώρα είναι ότι για άλλη μια φορά αποδεικνύεται ότι κανένας πολιτικός στην Ελλάδα δεν κατάφερε να απαλλαγεί από τη γοητεία που ασκεί στους επίδοξους πρωθυπουργούς ο λαϊκισμός, με τον οποίο όλοι καταλήγουν να χορεύουν cheek to cheek όταν πλησιάζει η ώρα της εξουσίας και πόσο μάλλον όταν οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι πιθανόν να αγγίζουν και τα όρια της αυτοδυναμίας.
Τότε καταρρέουν όλα τα προσχήματα σοβαρότητας, μετριοπάθειας, «εκσυγχρονιστικού προσώπου» και νέου ύφους και ήθους. Όλοι τότε τσαλαβουτάνε στα λασπόνερα του λαϊκισμού και αρχίζουν να μιλούν την ωτοχαϊδευτική διάλεκτο και τη γλώσσα που κεντρίζει το θυμικό των ανθρώπων. Αυτό είναι το μόνο γκαραντί εισιτήριο για το Μαξίμου. Κι ο Μητσοτάκης, όπως ο Γιωργάκης («λεφτά υπάρχουν»), όπως ο Σαμαράς με τα Ζάππεια, όπως κι ο Τσίπρας («Θα σκίσω τα μνημόνια»), υποκύπτει κι αυτός στον λαϊκισμό που πιθανόν στην προκειμένη περίπτωση του Σκοπιανού, να συμπλέει και με τις ακροδεξιές υλακές.

Όλα τα παραπάνω βέβαια συμβαίνουν σ’ αυτό που λέμε «κεντρική πολιτική σκηνή».
Δυστυχώς η ατμόσφαιρα και το κλίμα αυτό φαίνεται πως μεταφέρεται και στο μικρό χωριό μας όπου η δήμαρχος Δήμητρα Τσανάκα ανακάλυψε πεδίον δόξης λαμπρόν για να κάνει δύο τουλάχιστον πράγματα:
Πρώτον να επαναλάβει λάθη και επιπολαιότητες του παρελθόντος αλλά να ρίξει και μια καλή ζαριά στο πεδίο του νέου «Μακεδονικού Αγώνα» όπου φαίνεται πως ανακάλυψε πολύ εκλογικό «ψωμί». Το ψηφοθήραμα εσχάτως είναι πλούσιο σ’ αυτούς τους χώρους. Άλλωστε ας μη ξεχνάμε ότι τον επόμενο χρόνο θα έχουμε δημοτικές εκλογές και η κ. Τσανάκα το δηλώνει σε όλους τους τόνους και σε κάθε ευκαιρία ότι θα είναι εκ νέου υποψήφια δήμαρχος.
Εκείνο πάντως που πρέπει να διερευνηθεί είναι αν η Δήμητρα Τσανάκα είναι απλώς επιρρεπής στα λάθη ή ασπάζεται τις ακροδεξιές απόψεις κάποιων εκ των συνεργατών της; Ή μήπως και τα δύο;
Διότι πώς να εξηγήσει κανείς τις ισχυρές πιέσεις που, όπως ακούγεται, άσκησε στους διοργανωτές της Αλφαβητοπαρέλασης για να αναβληθεί αυτή η εκδήλωση λόγω συλλαλητηρίου στην Αθήνα για το Μακεδονικό την ίδια μέρα και να μετατεθεί την επόμενη Κυριακή 11 Φεβρουαρίου.
Οι Καβαλιώτες που ήθελαν να εκφραστούν κατά του ενδεχομένου να πάρει το όνομα Μακεδονία ή παράγωγά της η γειτονική χώρα προσήλθαν μαζικά στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης και διαδήλωσαν εκεί μαζί με εκατοντάδες χιλιάδες άλλους συμπατριώτες μας. Οπότε δεν είναι σοβαρός λόγος η επίκληση της ανάγκης παρουσίας και στο συλλαλητήριο της Αθήνας για την αναβολή της Αλφαβητοπαρέλασης.
Απλώς η κ. Τσανάκα αν δεν επηρεάστηκε από τις ακραίες φωνές που την περιτριγυρίζουν τότε σίγουρα ακολουθεί πιστά την κομματική γραμμή της Νέας Δημοκρατίας η οποία βρήκε ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τα συλλαλητήρια για το Μακεδονικό σαν μία παλλαϊκή έκφραση δυσαρέσκειας κατά της κυβέρνησης.
Το ζήτημα είναι ότι η Δήμητρα Τσανάκα επαναλαμβάνει ολέθρια λάθη (βλέπε μνημείο Καβαλιωτών Εβραίων) που πλήττουν όχι απλώς την εικόνα της και την εικόνα της πόλης αλλά φανερώνουν και τις πολλές αδυναμίες που έχει ως αιρετός σε μια σημαντική θέση εξουσίας. Αδυναμίες τις οποίες οι Καβαλιώτες τις αντιλαμβάνονται ήδη και οι οποίες θα επηρεάσουν καθοριστικά την ψήφο τους στις επόμενες δημοτικές εκλογές.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι την Κυριακή 11 Φεβρουαρίου που μετατέθηκε η Αλφαβητοπαρέλαση, διεξάγεται στο Δήμο Καβάλας άλλη μία μεγάλη εκδήλωση όπου συμμετέχουν 350 αθλητές από όλη την Ελλάδα και το εξωτερικό και συγκεντρώνει το ενδιαφέρον πάρα πολλών συμπολιτών μας. Πρόκειται για το 5ο Winterun που γίνεται στην Παλιά Καβάλα και έχει προγραμματιστεί εδώ και πολλούς μήνες. Με την απόφαση μετάθεσης λοιπόν της Αλφαβητοπαρέλασης ουσιαστικά σαμποτάρεται η εκδήλωση στην Παλιά Καβάλα διότι πολλοί γονείς που θα ήθελαν να οργανώσουν μια εξόρμηση και μια εκδρομή με τα παιδιά τους στην όμορφη ορεινή κοινότητα του Δήμου μας τώρα δεν θα τα καταφέρουν. Οι διοργανωτές του 5ου Winterun ήδη ανησυχούν και εκφράζουν τους φόβους τους στην Πρωϊνή ότι η εκδήλωσή τους θα επηρεαστεί αρνητικά από την μετάθεση την ίδια μέρα της Αλφαβητοπαρέλασης.
Τέλος όπως έγινε γνωστό από τους διοργανωτές της Αλφαβητοπαρέλασης, κάθε χρόνο υπάρχει μία εναλλακτική Κυριακή σε περίπτωση που ο καιρός δεν βοηθήσει για την διεξαγωγή της εκδήλωσης. Τώρα το πλεονέκτημα αυτό χάνεται και όλοι πλέον πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό να έχει καλό καιρό την Κυριακή 11 Φεβρουαρίου αλλιώς η Αλφαβητοπαρέλαση δεν θα διεξαχθεί φέτος. Και θα πάνε τζάμπα και τα όποια έξοδα και οι προετοιμασίες που έκαναν οι γονείς για τις στολές και τα άλλα αξεσουάρ των παιδιών τους.

Η δήμαρχος λοιπόν οφείλει να αφήσει τις «ευαισθησίες» της για το Μακεδονικό που την οδηγούν στο να κάνει παρέμβαση για την μετάθεση της Αλφαβητοπαρέλασης και να φροντίσει να βάλει τάξη στην ανωμαλία που υπάρχει στην ΔΕΥΑΚ και που η λειτουργία της προκαλεί πολλά προβλήματα σε βάρος των Καβαλιωτών και να καταφέρει να επιβληθεί στους συνεργάτες της και να απαλλάξει των καθηκόντων τους όσους «κουβαλούν δύο καρπούζια κάτω από την ίδια μασχάλη», πράγμα αδύνατο όπως η ίδια ισχυρίζεται δημοσίως.

Κυριακή 21 Ιανουαρίου 2018

Ποια η σχέση της σύγχρονης Καβάλας με την αρχαία Μακεδονία;


Είναι γνωστό ότι στο χώρο που βρίσκεται σήμερα η Καβάλα τον 7ο π.Χ. αιώνα οι Θάσιοι ίδρυσαν μια αποικία τους με το όνομα Νεάπολις. Έτσι ξεκινάει λοιπόν η ιστορία της Καβάλας.
Η Νεάπολις αναφέρεται σε πολλές πηγές και υπάρχουν ακόμη περισσότερες μαρτυρίες και αναφορές για την πορεία της μέσα στους αιώνες.
Οι βυζαντινοί μετονόμασαν την αρχαία Νεάπολη σε Χριστούπολη. Ο ακριβής χρόνος της αλλαγής της ονομασίας αυτής παραμένει άγνωστος. Οι πρώτες μαρτυρίες του νέου ονόματος υπάρχουν σε πηγές του 8ου και του 9ου αιώνα. Άρα η αλλαγή της ονομασίας πρέπει να έγινε πριν από το χρόνο της επικράτησης της. Η πρώτη μαρτυρία με το όνομα της Χριστούπολης είναι αυτή που αναφέρεται στο τακτικό του παρισινού κώδικα 1557Α, που το πρωτότυπο του είχε συνταχθεί το 746 μ.Χ.
Ωστόσο ανάμεσα στη Χριστούπολη και στην Καβάλα μεσολαβεί ένα μεγάλο χρονικό διάστημα 140 περίπου χρόνων που ο χώρος όπου βρίσκεται σήμερα η Καβάλα φαίνεται πως ερημώθηκε και έμεινε ακατοίκητος.
Ο συνταξιούχος καθηγητής και ιστορικός Κωνσταντίνος Χιόνης, που πρόσφατα μάλιστα βραβεύτηκε και από την Ακαδημία Αθηνών, στη μονογραφία του «Συνοπτική ιστορία της πόλης της Καβάλας», μια έκδοση του Δημοτικού Μουσείου Καβάλας, δημοσιεύματα Ιστορικού Αρχείου, Καβάλα 1992, αναφέρει συγκεκριμένα τα εξής:

«…Η Χριστούπολη δεν παρέμεινε για πολύ ελεύθερη. Το 1387 συνθηκολόγησε κι έγινε φόρου υποτελής στους Τούρκους. Η υποτέλεια της γίνεται γνωστή στις 22 Ιουλίου 1387 από ένα ψήφισμα της βενετικής συγκλήτου. Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1391, η Χριστούπολη κυριεύεται από τους Τούρκους και καταστρέφεται ολοκληρωτικά. Το γεγονός της καταστροφής της μνημονεύεται σε μια ενθύμιση που αναγράφει: "εωκθ' ινδ. ΙΔ...εν αυτώ τω έτει εάλω η Χριστώνυμος πόλις και κατεδαφίσθη εκ βάθρων εις τάχος και οι οικήτορες ταύτης διεσκορπίσθησαν εν διαφόροις τόποις και χώρες" γέγονε δε τούτο το ολέθριον κακόν δια τίνων οικητόρων τήσδε της πόλεως- τοσαύτη δε γέγονεν η φθορά και η κατάλυσις των ενοικούντων χριστιανών ως έγωγε οίμαι, οία γέγονεν έκπαλαι επί Ναβουχοδονόσωρ εν τη Ιερουσαλήμ πόλει". Η Χριστούπολη ως πόλη έπαψε πια να υπάρχει και θα περάσουν 140 περίπου χρόνια για να ανασυνοικισθεί και να εμφανισθεί ξανά στο προσκήνιο της ιστορίας ως νέα πόλη, με νέο όνομα, το σημερινό όνομα της Καβάλας.
Για πρώτη φορά το τοπωνύμιο «Καβάλα» αναφέρεται το 1470 στο ημερολόγιο του αιχμαλώτου Βενετού λοχαγού Angiolello. Δεν αναφέρεται όμως σαν όνομα πόλης, αλλά σαν τοπωνύμιο δοσμένο στην πλαγιά του βουνού. Τα δύο κάστρα που είδε ο Angiolello ήταν εντελώς έρημα κι ακατοίκητα. Tο ένα βρισκόταν στο βουνό και το άλλο στη θάλασσα. Από νεότερο έγγραφο του 1519 διαπιστώνεται ότι η Καβάλα ήταν ακόμα ακατοίκητη και ότι το τοπωνύμιο αφορούσε μια ορισμένη τοποθεσία. Σιγά σιγά επικράτησε όμως σε ολόκληρη την περιοχή, πράγμα που διαπιστώνεται και από τη μαρτυρία ενός οκτασέλιδου φυλλαδίου, που φυλάγεται στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, του έτους 1533. Στο φυλλάδιο αυτό, που δεν είναι τίποτα άλλο παρά ένα υπόμνημα για την απελευθέρωση των ελληνικών χωρών, αναφέρεται ότι πρόκειται να γίνει απόβαση στη Θεσσαλονίκη ή στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης ή «ακόμη μακρύτερα, έστω και εις Crysopolo, η οποία ήτο πόλις εις τον κόλπον, εις το όρος το καλούμενον ήδη la Cavalla, καταστραφείσα κάποτε, και όπου υπάρχει εν στενόν πέρασμα, ίνα πηγαίνει κανείς από την Ελλάδα εις την Κωνσταντινούπολη». Γίνεται φανερό πια ότι το τοπωνύμιο «Καβάλα» επεκτάθηκε και επικράτησε και στη θέση της παλιάς Χριστούπολης. Ενώ όμως το φυλλάδιο της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης του 1533 αναφέρει την επικράτηση της νέας ονομασίας πάνω στην παλιά της Χριστούπολης, δεν αναφέρει τη συνοίκηση της νέας πόλης, συνοίκηση που διαπιστώνεται από τις πληροφορίες που θα παραθέσουμε. Η παράλειψη αυτή εξηγείται μόνο αν ο συγγραφέας του φυλλαδίου αγνοούσε το νεοσυνοικισμό της πόλης, ή ότι θεώρησε περιττό να το αναφέρει, ή ότι είχε συντάξει το υπόμνημα πριν από χρόνια, όταν ακόμα δεν είχε συνοικισθεί η Καβάλα, και δημοσιεύτηκε αργότερα το 1533.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του περιηγητή Ρ. Βelon, που είχε περιοδεύσει τη Μακεδονία κατά τα έτη 1546-49, η Καβάλα είχε πρωτοαποικισθεί από Εβραίους που είχαν πάρει μαζί τους οι Τούρκοι, όταν επέστρεφαν από τον πόλεμο της Ουγγαρίας. Ο Βelon δε μας αναφέρει το χρόνο αυτού του γεγονότος. Αν συσχετίσουμε όμως τη μαρτυρία αυτή με την πληροφορία του Hammer που αναφέρει ότι οι Τούρκοι παίρνοντας μαζί τους και τους εξόριστους Εβραίους άρχισαν να υποχωρούν από τη Βούδα στις 24 Σεπτεμβρίου 1526 και αν λάβουμε υπόψη τη χρονική διάρκεια του ταξιδιού προς την Κωνσταντινούπολη, τότε θα πρέπει να τοποθετήσουμε χρονικά το γεγονός της εγκατάστασης των Εβραίων στην Καβάλα το 1527 ή το 1528...»

Αν λοιπόν πάρουμε ως δεδομένο και αποδεχτούμε ότι η Νεάπολη και οι Νεαπολίτες είχαν μια ιστορική συνέχεια από τον 7ο π.Χ. αιώνα μέχρι το 1391 μ.Χ οπότε και η Νεάπολη-Χριστούπολη καταστράφηκε ολοσχερώς και ερημώθηκε τότε θα πρέπει να παραδεχτούμε ότι οι σύγχρονοι Καβαλιώτες όχι μόνον ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στον χώρο αυτό μόλις πριν 490 χρόνια, δηλαδή το 1527 ή 1528 αλλά και το ότι ήταν (εκείνοι οι πρώτοι έποικοι) στο σύνολό τους Εβραίοι.
Είναι γνωστό ότι οι Καβαλιώτες Εβραίοι εξοντώθηκαν όλοι στα γερμανικά στρατόπεδα το 1943. Και όσοι ελάχιστοι επέζησαν πέθαναν αργότερα από φυσιολογικά αίτια. Σήμερα στην Καβάλα δεν ζει ούτε ένας Εβραίος.
Επίσης είναι γνωστό ότι στη διάρκεια της δεύτερης Βουλγαρικής κατοχής 1916-1918 οι Βούλγαροι κατακτητές διέπραξαν φρικαλέες πράξεις κατά των κατοίκων της πόλης και οδήγησαν σε αφανισμό πάνω από 15.000 Καβαλιώτες. Μια πραγματική γενοκτονία. Στη συνέχεια και μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, η Καβάλα υποδέχτηκε 25.000 πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην πόλη, μετέβαλαν καθοριστικά τη σύσταση του πληθυσμού της και οι απόγονοί τους αποτελούν σήμερα το μεγαλύτερο ποσοστό των Καβαλιωτών.

Ποια λοιπόν μπορεί να είναι η σχέση και κυρίως η ιστορική συνέχεια των σημερινών Καβαλιωτών με την αρχαία Νεάπολη, την Βυζαντινή Χριστούπολη και την Καβάλα του 16ου αιώνα;

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2017

Υπάρχει θέμα με ένα καινούριο λεύκωμα για την Καβάλα


Μια όμορφη έκδοση, ένα πολύχρωμο λεύκωμα με τίτλο «Καβάλα», κυκλοφόρησε πριν μερικές εβδομάδες από τις εκδόσεις «Μίλητος».
Ο συγκεκριμένος εκδοτικός οίκος, που εξειδικεύεται σ’ αυτού του είδους τα λευκώματα και παλιότερα είχε κάνει και μια άλλη σχετική έκδοση σε συνεργασία με τη νομαρχία Καβάλας επί διοικήσεως Καλλιοντζή (2010), ήρθε σε συνεννόηση με τον Δήμο Καβάλας με τη μεσολάβηση του οποίου εξασφάλισε κάποια κείμενα γνωστών Καβαλιωτών, και μάλιστα χωρίς αμοιβή.
Έτσι στην πολυτελή έκδοση όπου την επιμέλεια των κειμένων έχει η αρχαιολόγος και συγγραφέας Φωτεινή Τομαή που υπογράφει μάλιστα και ένα σύντομο ιστορικό σημείωμα για την αρχαία πόλη των Φιλίππων, γράφουν οι: Βασίλης Βασιλικός, Θόδωρος Γρηγοριάδης, Αργύρης Μπακιρτζής, Μανίνα Ζουμπουλάκη, Σαπφώ Αγγελούδη, Νοέλ Μπάξερ, Αλεξία Βουλγαρίδου, Κορίνα Βουγιούκα, Κομνηνός Απότας.
Επίσης υπάρχει ένα κείμενο της Ιεράς Μητροπόλεως Φιλίππων Νεαπόλεως και Θάσου για την άφιξη του Αποστόλου Παύλου στη Νεάπολη και ένα ακόμη της δημοσιογράφου Όλγας Χαραμή.
Η έκδοση περιλαμβάνει δεκάδες φωτογραφίες της Καβάλας και της ευρύτερης περιοχής της, πρόσφατες και λίγο παλιότερες, των Γιάννη Γιαννέλου, Άννυς Γιαννέλου και Νίκου Χαϊδεμένου που είναι και ο εκδότης των εκδόσεων «Μίλητος».
Η συμφωνία του εκδότη με τη Δημωφέλεια που ανέλαβε τη δουλειά εκ μέρους του Δήμου Καβάλας, αφορούσε στην αγορά χιλίων (1.000) αντιτύπων προς 20.000€ συν ΦΠΑ και με την ρητή συμφωνία ότι το βιβλίο θα μπορεί να το πουλάει και ο ίδιος ο εκδότης για λογαριασμό του. Οι εκδόσεις «Μίλητος» λοιπόν πουλούν ήδη το βιβλίο με λιανική τιμή 35€
Η απόφαση για την αγορά αυτών των χιλίων βιβλίων ήταν ομόφωνη στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου της Δημωφέλειας που πάρθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2017, πριν, δηλαδή, από ένα μήνα περίπου και αφού στο μεταξύ είχε τυπωθεί το βιβλίο και παρουσιάστηκε στα μέλη του διοικητικού συμβουλίου έτοιμο και με μήνυμα της δημάρχου στις πρώτες του σελίδες!
Ο Δήμος Καβάλας και η Δημωφέλεια είχαν απευθυνθεί πριν από μήνες στους συγγραφείς και τους ζήτησαν κείμενά τους με σκοπό να μπουν σ’ αυτή την έκδοση.
Εκείνοι ανυποψίαστοι, χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς γίνεται και ενεργούντες συναισθηματικά για την γενέτειρά τους, πρόσφεραν αφιλοκερδώς τα κείμενά τους για ένα βιβλίο όμως που ο εκδότης του θα επωφεληθεί ενός ικανού κέρδους χωρίς να έχει πληρώσει ούτε ένα ευρώ για τα κείμενα που του παραχώρησαν οι συγγραφείς με τη μεσολάβηση του Δήμου Καβάλας και της Δημωφέλειας. Διότι είναι προφανές ότι αν απευθυνόταν ο ίδιος στους συγγραφείς δεν θα εξασφάλιζε σε καμιά περίπτωση ανέξοδα τα κείμενα που μαζί με τις φωτογραφίες αποτελούν την βασική ύλη του βιβλίου.
Αν υπάρχει λοιπόν ένα θέμα είναι ότι ο Δήμος Καβάλας, ενεργώντας ως μεσάζων ανάμεσα στους συγγραφείς και στον εκδότη, εξασφάλισε απ’ αυτούς δωρεάν ύλη για ένα βιβλίο – λεύκωμα από το οποίο ο εκδότης θα αποκομίσει ένα ικανό κέρδος.
Μερικοί από τους συγγραφείς με τους οποίους μιλήσαμε είναι εξαιρετικά ενοχλημένοι από την διαδικασία που ακολουθήθηκε και αισθάνονται σε ένα βαθμό ότι παραπλανήθηκαν από πλευράς του Δήμου Καβάλας.
Τέλος πρέπει να σημειώσουμε ότι παραπλανημένοι θα πρέπει να αισθάνονται και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Δημωφέλειας, (ιδιαίτερα της αντιπολιτεύσεως) αν αντιληφθούν ότι συναίνεσαν σε μια διαδικασία όπου τους παρουσιάστηκε ένα λεύκωμα που υποτίθεται ότι εκδόθηκε με πρωτοβουλία του εκδότη και κατόπιν αγοράστηκε από τον Δήμο ενώ στην πραγματικότητα υπήρξε συνεργασία των δύο πλευρών για την έκδοση με πρωτοβουλία – πρόταση όπως φαίνεται που κατατέθηκε στο Δήμο από την πλευρά του εκδότη.

Το λεύκωμα μοιράζεται ήδη  από το Δήμο Καβάλας για δημόσιες σχέσεις ενώ θα μπορεί να το προμηθευτεί κανείς και από το τουριστικό περίπτερο του Δήμου στην πλατεία Κονσουλίδη.

Τρίτη 21 Νοεμβρίου 2017

Μια απάντηση που ξεχείλιζε πίκρα και αλήθεια



Την Τρίτη, 21-11-2017, το πρωί, στην εκπομπή μας στο ραδιόφωνο της «Πρωϊνής», μιλούσαμε στο τηλέφωνο με τον Ηλία Ιωαννίδη, πρώην βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ και σήμερα αγωνιζόμενο μέσα από τις γραμμές της Λαϊκής Ενότητας, και τον ρώτησα γιατί δεν διεκδικούν από τη μεριά τους τη χρήση του χώρου στο Στέκι της Νέας Πόλης αφού ήταν και εκείνοι μέσα στον ενιαίο, τότε, ΣΥΡΙΖΑ όταν δημιούργησαν και ζωντάνεψαν για μερικά χρόνια αυτό τον όμορφο χώρο.
Την απάντησή του, την οποία παραθέτω αυτούσια, μπορώ να την περιγράψω με δύο μόνον λέξεις.  Πίκρα και αλήθεια:

«Βάζει ο φίλος μου ο Θόδωρος έναν ρομαντισμό σε μια σκληρή εποχή, σε μια περίοδο όπου, αγαπητέ Θόδωρε, θεωρούμε ότι οι πρώην σύντροφοι μας πήγαν απέναντι και επέλεξαν να υλοποιήσουν τις πιο σκληρές πολιτικές με τον χειρότερο τρόπο. Στην ουσία να ακυρώσουν ό,τι Αριστερό και ελπιδοφόρο είχε φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ. Από αυτήν την άποψη, παρόλο που το Στέκι σήμερα το κατοικούν άνθρωποι που και τότε που το φτιάχναμε δεν είχαν μεγάλο ενδιαφέρον και μεγάλη συμβολή… Παρόλο που αυτοί που το φτιάχνανε και το δημιούργησαν και έγραψε μια ιστορία στην πόλη είμαστε κυρίως (όχι αποκλειστικά) αυτοί που φύγαμε, δεν έχουμε καμία επιθυμία να συνδιαχειριστούμε και να συνευρισκόμαστε με αυτόν τον κόσμο που κατά την άποψή μας πλήγωσε βαθιά την Αριστερά. Πλήγωσε βαθιά την ελπίδα, τα κινήματα που εκεί συμμετείχαν. Δεν μπορώ να ξεχάσω πόσες φορές οι αγρότες από τον ΤΑΡ ήρθαν εκεί. Συνεδριάσαμε και βρίσκαμε τρόπους πώς πρέπει να αντιμετωπίσουμε και μετά… Μάλιστα με την κορυφαία δήλωση του Πρωθυπουργού-τότε υποψήφιου- ότι είναι δίκαιο το αίτημα αλλαγής της όδευσης και θα το υλοποιήσουμε… Πώς αυτό το πράγμα σήμερα γίνεται κάτι διαφορετικό. Δεν μας εμπνέει καθόλου στο να βρισκόμαστε και να είμαστε μέσα στον ίδιο χώρο παρόλο που ακόμη ο ιδρώτας μας είναι εκεί μέσα. Υπάρχουν εκεί τα σημάδια της δικής μας προσφοράς και προσπάθειας».  

Πέμπτη 16 Νοεμβρίου 2017

O Φαίδων Πατρικαλάκης και το «Αττικόν» της Καβάλας


Πέθανε τη Δευτέρα 13 Νοεμβρίου 2017 σε ηλικία 82 ετών ο σημαντικός Έλληνας εικαστικός Φαίδων Πατρικαλάκης. Πέρα από το τεράστιο εικαστικό αλλά και συγγραφικό του έργο, ο Φαίδων Πατρικαλάκης, που είχε γεννηθεί στη Δράμα το 1935, συνδεόταν στενά με την Καβάλα αφού στο παρελθόν ήταν και ιδιοκτήτης του παλιού κινηματογράφου της Καβάλας «Αττικόν» που βρισκόταν στην οδό Φιλώτα.
Ο Λευτέρης Κελβερίδης, στο βιβλίο του «Οι κινηματογράφοι της Καβάλας» αναφέρει για τον Πατρικαλάκη τα εξής:
«Ο κύριος Φαίδων Πατρικαλάκης, γνωστός ζωγράφος και μέλος της οικογένειας των ιδιοκτητών, μου διηγήθηκε κάποτε πως το βελούδο των καθισμάτων του «ΑΤΤΙΚΟΝ» ήταν τόσο απαλό που, συχνά, το έβρισκαν κομμένο με ξυραφάκι από κάποιους που το ήθελαν για να γυαλίζουν τα παπούτσια τους!»
Αλλά και ο Κοσμάς Χαρπαντίδης στο βιβλίο του «Το άκυρο αύριο» εμπνέεται από την αφήγηση αυτή του Πατρικαλάκη και δημιουργεί έναν ήρωα με το όνομα Ευάγγελος Καρμής και με το χαρακτηριστικό και αποκαλυπτικό –για όσους ξέρουν την ιστορία- παρατσούκλι «Βελουδένιος» που είναι μάλιστα και κινηματογραφιστής.

Μ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν ο Φαίδων Πατρικαλάκης ήταν συνδεδεμένος με την Καβάλα και πρέπει νομίζουμε να γίνει αυτή η αναφορά τώρα που έφυγε από τη ζωή.

Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017

Φοβάμαι…



Μεγάλη δημόσια συζήτηση αναπτύχθηκε το προηγούμενο διάστημα για την προϋπολογισμένη δαπάνη 12.000 ευρώ στην οποία αποφάσισε να προβεί η διοίκηση του Δήμου Καβάλας για την κάλυψη των εξόδων υποδοχής και ενθρονίσεως του νέου μητροπολίτη Φιλίππων Νεαπόλεως και Θάσου Στεφάνου που πρόκειται να γίνει τις προσεχείς μέρες στην Καβάλα.
Η μία πλευρά υποστήριξε ότι είναι υποχρέωση του Δήμου με βάση το πρωτόκολλο να κάνει αυτά τα έξοδα, ότι αυτού του είδους οι τελετές δεν γίνονται κάθε μέρα αφού η προηγούμενη, για παράδειγμα, είχε γίνει πριν 43 χρόνια, ότι είναι μιζέρια, καρμιριά και λαϊκισμός να έχουμε αντιρρήσεις και να κάνουμε κριτική σε μια τέτοια απόφαση της διοίκησης του Δήμου και άλλα πολλά.
Η άλλη πλευρά αντέτεινε τα επιχειρήματα ότι σε μια εποχή βαθιάς οικονομικής κρίσης αποτελεί πρόκληση προς την τοπική κοινωνία να ξοδεύονται τόσα πολλά χρήματα για «φιέστες», ότι αν θέλουμε βυζαντινή μεγαλοπρέπεια ας αναλάμβανε η εκκλησία τα έξοδα, ότι δεν μπορεί με δικά μας λεφτά να ταΐζουμε διακόσιους καλεσμένους και άλλα πολλά.
Αν και δεν φημίζομαι για την συμπάθειά μου στην εκκλησία και έχω πολλές φορές ταχθεί υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους, ούτε πολύ περισσότερο για την προτίμησή μου στην παράταξη που διοικεί τον Δήμο, ωστόσο στην προκειμένη περίπτωση και αν με ρωτάτε, υποστηρίζω και είμαι με το πλευρό της πρώτης άποψης.
Αλλά αυτό το κείμενο δεν γράφεται γι’ αυτόν το λόγο. Δεν έχω σκοπό να εμπλακώ σ’ αυτόν τον διάλογο ο οποίος στα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης έχει λάβει τη μορφή και την αγριότητα εμφυλίου πολέμου.
Περισσότερο γράφω για να δημοσιοποιήσω αυτό που αισθάνομαι εδώ και πολύ καιρό τώρα, και το ένιωσα έντονα παρακολουθώντας και τις αντιπαραθέσεις για το εν λόγω θέμα. Ότι δηλαδή τα πράγματα στην επικοινωνία των ανθρώπων έχουν αλλάξει προς το χειρότερο, ότι είμαι πλέον περισσότερο βέβαιος από κάθε άλλη φορά πως η κρίση για την οποία πρέπει βαθιά να ανησυχούμε και για την οποία οφείλουμε άμεσα ως άτομα αλλά και ως κοινωνία να λάβουμε μέτρα, δεν είναι η οικονομική αλλά η κρίση αξιών και «δημόσιας ηθικής» η οποία έχει διαβρώσει τόσο βαθιά την ψυχή μας που πιθανόν η «βλάβη» αυτή να είναι πλέον ανήκεστος.
Εντάξει, οι αιρετοί σε όλα τα επίπεδα (εθνικό κοινοβούλιο, περιφερειακή αυτοδιοίκηση, δήμους κ.λ.π.) έκαναν όλες αυτές τις τελευταίες δεκαετίες, τα πάντα για να απαξιωθούν οι ίδιοι και να απαξιώσουν και τους θεσμούς στους οποίους συμμετέχουν. Εμείς όμως οι υπόλοιποι δεν έχουμε άραγε μερίδιο ευθύνης;
Φυσικά και έχουμε. Διότι το ρουσφέτι, για παράδειγμα, θέλει δύο. Αυτόν που το κάνει και αυτόν που επωφελείται.
Βάλαμε κι εμείς λοιπόν το χεράκι μας για την απαξίωση των πολιτικών, της πολιτικής και κυρίως των θεσμών για τους οποίους σήμερα χτυπάμε τα στήθη μας απελπισμένα.
Στην δημόσια αντιπαράθεση που αναπτύχθηκε αυτές τις μέρες γι’ αυτά τα δώδεκα χιλιάρικα, πολλοί συμπολίτες μας εκφράστηκαν με πρωτοφανή ασέβεια προς τον θεσμό τόσο της διοίκησης του Δήμου και της δημάρχου όσο και της εκκλησίας και του νέου μητροπολίτη, με ένα λεξιλόγιο όχι απλώς πεζοδρομίου αλλά που προδίδει βαθύ μίσος και φθόνο. Και δεν είναι η πρώτη φορά που συναντά κανείς αυτού του είδους την φρασεολογία στο διαδίκτυο. Εκπλήσσεται πραγματικά κάποιος καθώς δεν μπορεί να πιστέψει ότι άνθρωποι που τους γνωρίζει και ξέρει, υποτίθεται, πόσο σοβαροί και αξιοπρεπείς είναι στις συναναστροφές τους, φορούν αυτό το ρούχο του άκρατου φανατισμού όταν εκφράζονται γραπτώς στους τοίχους των κοινωνικών δικτύων καθυβρίζοντας πρόσωπα και θεσμούς. Και εκεί διαπιστώνεις με τρόμο ότι αυτός τελικά είναι ο πραγματικός τους εαυτός, όπως εκδηλώνεται στα γραπτά τους κι όχι ο άλλος της προσποιητής ευγένειας που σου παρουσιάζεται στην προσωπική και δια ζώσης επαφή.
Και φυσικά πρωτοστατούν σ’ αυτό το επικίνδυνο γαϊτανάκι των αντιπαραθέσεων γνωστά στην τοπική κοινωνία άτομα ακραίων ιδεολογικοπολιτικών πεποιθήσεων ενισχύοντας και ευνοώντας θεωρίες που επιχειρούν να ισοπεδώσουν και να απαξιώσουν θεμελιώδεις θεσμούς της δημοκρατίας ώστε να προωθήσουν τα σχέδια του ζόφου και του σκότους που έχουν στο μυαλό τους και για τα οποία μάλιστα πολλές φορές δεν το κρύβουν ότι …«αγωνίζονται».
Καθήκον λοιπόν όλων μας, όλων τέλος πάντων που θέλουν μια δημοκρατία, με τις αδυναμίες της ίσως αλλά και με τα αδιαμφισβήτητα πλεονεκτήματά της, είναι να προστατέψουμε τους θεσμούς –εν προκειμένω το Δήμο, το δημοτικό συμβούλιο και τη δήμαρχο- όσο κι αν όλα αυτά τα χρόνια, οι ίδιοι αλλά και πολλοί άλλοι παράγοντες (κι εμείς οι ίδιοι πολλές φορές), συνέβαλαν και οδήγησαν στην απαξίωσή τους.

Ναι στην κριτική, ναι στις όποιες αιτιολογημένες αντιρρήσεις μας αλλά με έναν λόγο σοβαρό, ευγενή και μετριοπαθή, λόγο που αρμόζει και στο κύρος αυτών στους οποίους απευθύνεται, χαρακτηρίζει αυτούς που τον αρθρώνουν αλλά και προσδιορίζει τελικά και την δημοκρατία η οποία άλλωστε τον προϋποθέτει.